Λέων της Χαιρώνειας
Από Ιάσων Γαβριηλίδης
Η οικουμένη αυτή άντεξε πιο πολύ από τη Ρώμη, η οποία την κατέκτησε και την επηρέασε, αλλά τελικά δεν την αφομοίωσε. Η Ρώμη, που είναι μήτρα και αρχή της Δύσης, κατέκτησε, μα δεν νίκησε την Ανατολή και την ελληνική -ή ελληνιστική- οικουμένη. Για αυτό την φοβάται. Γιατί η Δύση είναι φύσει επεκτατική. Βασίζεται και τρέφεται από την επέκταση. Ότι δεν το νικά δια της κατάκτησης, δεν μπορεί να το εγκολπωθεί για αυτό καταφεύγει στην άρνηση ή στην προκρούστια κλίνη.
Η νοηματοδότηση της Χαιρώνειας ως τέλους των Ελλήνων είναι ψευδεπίγραφη. Τομή ναι, τέλος όμως όχι. Εκεί τελειώνει η ιστορική περίοδος που μόνο αργότερα ονομάστηκε κλασική και μάλιστα όχι από τους ίδιους τους Έλληνες. Το 338 π.Χ. τελειώνει μία φάση και αρχίζει μία νέα (έτσι γίνεται συνήθως) της ιστορίας των Ελλήνων. Πρόκειται για εκείνο το κομμάτι της ιστορίας αυτού του πολιτισμού που ενδιέφερε και συνέφερε τους δυτικούς, οι οποίοι δεν απειλούνταν από μια χαμένη στα χρόνια ηγεμονία στο Αιγαίο. Πολύ περισσότερο απειλούνταν από την πιο πρόσφατη και εκτενή στο χώρο και τον χρόνο ελληνική οικουμένη (όχι τόσο από την ίδια, όσο από την παρακαταθήκη της). Αυτή η οικουμένη ξεκίνησε μετά την Χαιρώνεια.
Η οικουμένη αυτή άντεξε πιο πολύ από τη Ρώμη, η οποία την κατέκτησε και την επηρέασε, αλλά τελικά δεν την αφομοίωσε. Η Ρώμη, που είναι μήτρα και αρχή της Δύσης, κατέκτησε, μα δεν νίκησε την Ανατολή και την ελληνική -ή ελληνιστική- οικουμένη. Για αυτό την φοβάται. Γιατί η Δύση είναι φύσει επεκτατική. Βασίζεται και τρέφεται από την επέκταση. Ότι δεν το νικά δια της κατάκτησης, δεν μπορεί να το εγκολπωθεί για αυτό καταφεύγει στην άρνηση ή στην προκρούστια κλίνη.
Αντίθετα η ανατολική οικουμένη των Ελλήνων ενσωμάτωσε και αφομοίωσε την Ρώμη και την πολυπολιτισμική κοσμοκρατορία της, την οποία πάντρεψε με την δική της πολυπολιτισμική κληρονομιά. Υιοθέτησε ακόμα το όνομα της Ρώμης και μεταλλάχθηκε (μα κάθε άλλο παρά πέθανε), υπό την επίδραση μίας νέας θρησκείας, που γεννήθηκε στα δικά της εδάφη και κοινότητες. Γιατί ο Χριστιανισμός στην ρίζα του είναι πολύ περισσότερο μια ελληνική-ελληνιστική, παρά ρωμαϊκή θρησκεία. Απόδειξη οι βαθιές ηθικές και πνευματικές διαφοροποιήσεις των ανατολικών ορθόδοξων χριστιανών από τους δυτικούς, όλων των αποχρώσεων και διασπάσεων. Η Ρώμη τον παρέλαβε έτοιμο και τον εργαλειοποίησε.
Αυτή την οικουμένη πρόλαβε να την γνωρίσει και να μετρηθεί μαζί της ο πολιτισμός που γεννήθηκε στα ερείπια της δυτικής αυτοκρατορίας, όταν οι γιοι του Γάιου Οκτάβιου, μετακόμισαν στην Ανατολή για να σώσουν το imperium. Κατάλαβαν έγκαιρα πως σημασία δεν έχει το όνομα και τα χρώματα, η γεωγραφική θέση και οι τελετουργίες, αλλά η ουσία του imperium. Όλα τα παραπάνω ήταν εποικοδόμημα. Εκείνο που είχε αξία ήταν η βάση και βάση ήταν η ιδέα της κοσμοκρατορίας και η εξουσία των Divi filii. Η εξουσία πάντα χρειάζεται μια υλική βάση. Όπως οι ιδέες χρειάζονται μία υλική κεφαλή για να εδράζουν. Και εγένετο φως: η Νέα Ρώμη.
Έτσι η Χαιρώνεια μόνο τέλος δεν ήταν. Πολύ περισσότερο είναι ένα πέρασμα σε μια άλλη μορφή του ελληνικού πολιτισμού, όπως θα έλεγαν και οι Ανατολίτες, που πιστεύουν και κηρύττουν την διατήρηση και διαιώνιση της ζωής και κάθε άλλης μορφής ενέργειας. Άλλωστε ο πολιτισμός δεν είναι παρά ένα τρόπος ζωής και σκέψης και η ιστορία το χρονικό της. Η επιστήμη των ευρωπαίων ήρθε να επιβεβαιώσει αυτή την διατήρηση της ενέργειας, αιώνες μετά. Αυτοί στηρίχτηκαν στον ορθολογισμό και τον πειραματισμό που διδάχτηκαν από τους Έλληνες, εκείνους πριν τη Χαιρώνεια. Αν και οι Έλληνες συνέχισαν να αναπτύσσουν την επιστήμη και την σκέψη τους και πολύ μετά τη Χαιρώνεια, φτάνοντας σε επίπεδα πολύ πιο προηγμένα από την υπερτιμημένη, την μονοδιάστατα και πρισματικά ιδωμένη Αθήνα. Η Αλεξάνδρεια είναι η τελείωση της Αθήνας. Όμως η οικουμένη που φτιάχτηκε μετά την Χαιρώνεια και εκτείνεται από την Αλεξάνδρεια μέχρι το Παμίρ και διήρκεσε από τα Γαυγάμηλα μέχρι την Άλωση δεν είναι εύκολα ανταγωνίσιμη, έστω και σχεδόν νεκρή, αλλά με μια κληρονομιά ολοζώντανη στα χρόνια που οι Ευρωπαίοι συγκροτούσαν την ταυτότητα τους με δάνεια, μέχρι και στο όνομα τους.
Ο δυτικός λόγος, ιστοριογραφικός και φιλοσοφικός ή πολιτικός διαχέεται από την άποψη πως η μάχη της Χαιρώνειας και το έτος 338 π.Χ. σήμανε το τέλος (της αρχαίας ιστορίας) των Ελλήνων. Δυστυχώς η άποψη αυτή, με πλάγιους ενίοτε τρόπους, διαρρέει και το δυτικόστροφο εγχώριο αφήγημα περί ιστορίας και πολιτισμού. Για τους Ευρωπαίους διανοούμενους μια τέτοια θεώρηση είναι βολική και συχνά εύλογη, δεδομένων των σχημάτων μέσω των οποίων ανακάλυψαν, αντιλήφθηκαν και συχνά επινόησαν την ελληνική αρχαιότητα. Και η ενσωμάτωση είναι ρευστή και κατά το δοκούν. Έτσι άλλοτε οι μετά το 338 π.Χ. Έλληνες ή Ελληνιστές είναι ευρωπαίοι ή δυτικοί και άλλοτε όχι. Συχνά καλούνται να δώσουν εξετάσεις.
Οι φερόμενοι ως Ευρωπαίοι τις έδωσαν; Βέβαια είναι δικό μας πρόβλημα το ότι ζητάμε να αναγνωριστούμε ως μέτοχοι ενός πολιτισμού που η μεγαλύτερη σχέση του με την ιστορία μας είναι πως την επικαλείται για να αυτό-νομιμοποιηθεί. Αν έχεις αποδείξεις, δεν οφείλεις εξηγήσεις. Τις έχουμε όμως; Άραγε οι Πέρσες ή Ιρανοί νιώθουν την ίδια ανασφάλεια για το αν μπορεί η ταυτότητα τους να χωρέσει τους Αχαιμενίδες και το Ισλάμ; Με ή χωρίς αυτό, πριν ή μετά, η Περσέπολις δίνει πάντα το σφυγμό στην καρδιά της αρχαίας κοιτίδας του πρώτου αυτοκρατορικού πολιτισμού της Γης, στο Ελάμ. Αυτοί βέβαια δεν έχουν συμπλέγματα κατωτερότητας ή ανάγκες πιστοποίησης της αυθεντικότητας από τους μιμητές τους.
Για τους ίδιους τους Έλληνες και Μακεδόνες τα πράγματα είναι σαφώς διαφορετικά από τα ιδεολογικά και συμφεροντολογικά αφηγήματα και τα εξ αποστάσεως (χρονικής, βιωματικής, αντιληπτικής) και αφ υψηλού ερμηνευτικά σχήματα. Αυτοί φυσικά έτσι κατάλαβαν την ουσία και το πνεύμα του αρχαίου κόσμου γιατί πώς να αντιληφθείς κάτι χωρίς να το βιώσεις; Δεν αρκεί να το κατανοήσεις με τη λογική σαν πληροφορία. Ειδικά αν αναλογιστούμε -όσο γίνεται έξω από αυτά τα ερμηνευτικά σχήματα και στεγανά- πως η Αρχαιότητα (χωρίς τον τεχνητό διαχωρισμό σε Νεολιθική εποχή ή Χαλκοκρατία κ.ο.κ.) υπήρξε τόσο εκτενής χρονικά και γεωγραφικά (και τόσο ποικιλόμορφη). Μέσες άκρες ο Αρχαίος Κόσμος είχε διάρκεια ζωής τουλάχιστον τόση-όση η χρονική απόσταση από το έτος μηδέν του γρηγοριανού ημερολογίου μέχρι τη στιγμή που γράφεται το παρόν.
Στη συλλογική μνήμη των Ελλήνων δεν υπάρχει καμιά Χαιρώνεια, υπάρχει όμως η Άλωση. Και τούτο όχι γιατί η πρώτη είναι παλιά για να την θυμούνται, αλλά γιατί δεν έχει το βάρος της ήττας ή της τομής (πόσο μάλλον του τέλους που έχει η δεύτερη). Θυμούνται αντίθετα κι ανιστορούν την θρυλική φυσιογνωμία που στη λαϊκή παράδοση συμπυκνώνει όλη την μετά την Χαιρώνεια εποχή. Ο Μεγαλέξανδρος είναι παρόν σαν ήρωας και σαν περιεχόμενο, με στοιχεία που φεύγουν από το πεδίο της στεγνής επιστημονικής ιστορίας και κινούνται στη σφαίρα του φαντασιακού και της αυτοθέσπισης, της δημιουργίας ταυτότητας. Με αυτή τη θεματική καταπιάστηκε ποιητικά και συμβολικά ο Αγγελόπουλος στο σπουδαίο έργο του ο Μεγαλέξαντρος.
Σα μυθικό πρόσωπο πέρασε στις παραδόσεις των λαών της Μέσης Ανατολής που τον θυμούνται χάρη στη Μνήμη, πολύ πριν έρθει η δυτική επιστημονική ιστορία να φέρει στο φως και σε δημόσια θέα τα στοιχεία. Αυτά έχουν τη θέση και την αξία τους στην πραγματικότητα και δεν έχουν σχέση ανταγωνιστική με τη Μνήμη και τις μνήμες, την απεικόνιση, αναπαράσταση των ανθρώπων που γίνανε θρύλοι, άγιοι, πρόσωπα ιερά: Ο Αλέξανδρος, ο Αύγουστος, ο Τζένγκις Χαν, ο Αχμάντ, ο Βούδας, ο Χριστός.
Ωστόσο ο Αλέξανδρος δεν έφτασε στα μέρη που γεννήθηκε και έζησε ο Σιντάρτα Γκαουτάμα επειδή ο στρατός του στασίασε και αρνήθηκε να τον ακολουθήσει ως την άκρη του κόσμου. Αργότερα η ανατολικότερη Αλεξάνδρεια, την οποία ίδρυσε στον ποταμό Ύφαση αποτέλεσε μέρος του ελληνο-ινδικού βασιλείου, που εξουσίασε περιοχές των σημερινών Αφγανιστάν και Πακιστάν. Το βασίλειο αυτό, προϊόν του συγκριτισμού μεταξύ δύο λαών και πολιτισμών, πυλώνων της λεγόμενης (και για πολλούς λόγους υπό αίρεση) ινδοευρωπαϊκής οικογένειας, δύο χιλιετίες μετά αποτελεί μέρος μιας παράδοσης που συνεχίζει να υπάρχει. Υπήρχε τουλάχιστον όταν ο γράφων συναναστράφηκε, για ένα καλοκαίρι, κάποιον στρατιωτικό αξιωματούχο του Πακιστάν, που χωρίς να παραγνωρίζει ή να αναιρεί την μουσουλμανική του ταυτότητα δήλωνε υπερήφανα απόγονος (και αν μη τι άλλο γνώστης και θυασώτης της) του ελληνο-ινδικού εκείνου βασιλείου. Βέβαια οι δυτικοτραφείς ερευνητές μπορούν να περιοριστούν στην γνωσιολογική κατανόηση και την επιστημονική γνώση της ύπαρξης εκείνου του κράτους και να μην τους αφορά η ζωντανή ανάμνηση του στους σημερινούς κατοίκους του μακρινού Πακιστάν, οι οποίοι δεν κωλύονται σίγουρα από τους περιορισμούς που η δυτική ιστοριογραφία και ερμηνευτική θέτει με ορόσημο την Χαιρώνεια. Εδώ δεν κολλάνε να επικαλεστούν τον Αλέξανδρο, που είναι σύμβολο της χριστιανικής (και αποικιοκρατικής) Δύσης.
Πέραν αυτού του βασιλείου, οι επίγονοι κι οι δυναστείες τους κατακερμάτισαν την αχανή και εν μία νυκτί δημιουργηθείσα μακεδονική αυτοκρατορία. Μοίρασαν μεταξύ τας εδάφη, τα επέκτειναν και ξεκίνησα να κάνουν αυτό που γνώριζαν καλύτερα από κάθε τι και από κάθε άλλον. Συχνά πυκνά, τουλάχιστον από τον καιρό του Πελοποννησιακού Πολέμου, οι Έλληνες «παίζουν» τον εμφύλιο πόλεμο. Μια εποχή που θριάμβευσαν σε αυτόν ήταν και η λεγόμενη ελληνιστική. Όταν ανοίγοντας τον χάρτη κατά πολύ προς ανατολάς, διεξήγαν το αγαπημένο τους σπορ από την Κάτω Ιταλία μέχρι τους πρόποδες των Ιμαλαΐων. Καθόλου άσχημα για κάποιους που στριμωγμένοι σήμερα στην Αττική και την αποικιοποιημένη ενδοχώρα της ή διάσπαρτοι σε διάφορες μεγαλουπόλεις άλλων υπερπόντιων αποικιών, νομίζουν πως ο αρχαίος τους κόσμος ήταν ο Μοριάς και η Αττικοβοιωτία, δηλαδή μέσες άκρες ότι ενέκριναν ως σύγχρονη Ελλάδα οι Μεγάλοι μετά το Ναυρίνο.
Πόσοι Νεοέλληνες γνωρίζουν άραγε πως το Ναυρίνο το λένε επίσης Πύλο και είναι η πατρίδα του σοφού Νέστωρα, γνωστού από τον Τρωικό Πόλεμο και τον Όμηρο. Αυτοί τουλάχιστον είναι μέσα στην εγκεκριμένη ύλη της πατριδογνωσίας, μιας και η Πύλος είναι στον Μοριά. Κι η Τροία; Απέναντι. Άλλωστε τι ήταν η Τροία, μέχρι τον Σλίμαν τουλάχιστον; Ένας μύθος. Πιο ακίνδυνος από του Μεγαλέξανδρου διότι αυτός πήγε πιο μακριά από την Τροία, αλλά ο μύθος του είναι πολύ πιο κοντά από ότι εκείνης… και από τον άλλο της Μεγάλης Ιδέας. Μετά την τελευταία η Τροία και κυρίως ότι ακολούθησε την κατάκτηση της στη Μικρά Ασία, παρέμειναν ιστορία και η ιδέα της ανάκτησης πνίγηκε (δυστυχώς όχι μόνη αυτή) στα νερά του Αρχιπελάγους σαν τον Αιγέα. Εκείνος έγινε μύθος και η Μεγάλη Ιδέα ιστορία… Αυτή ήταν μία οδυνηρή τομή εφάμιλλη (ή και περισσότερο) της Άλωσης. Μια αληθινή Χαιρώνεια.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου