Φιλελευθερισμός και κοινοτισμός μετά το τέλος του τέλους της Ιστορίας

Στην καθαυτό νεωτερικότητα (18ος αιώνας-αρχές 20ου) ο φιλελευθερισμός θεμελιώνεται στην ελευθερία του ατόμου κατ’ αρχήν να έχει ιδιοκτησία και να ασκεί οικονομική δραστηριότητα και συνδέεται ιστορικώς με τη διπλή και παράλληλη επέκταση του καπιταλισμού και της αντιπροσωπευτικής αστικής εκδοχής της δημοκρατίας. Σε ένα οντολογικό επίπεδο πολιτικής φιλοσοφίας, ο φιλελευθερισμός δομείται γύρω από τις θεωρίες κοινωνικού συμβολαίου που εκδέχονται τα μέλη μιας πολιτικής κοινωνίας ως συμβαλλόμενους σε εταιρεία με απορρέοντα δικαιώματα και υποχρεώσεις. Η κατανόηση της κοινωνίας ως συμβολαίου αποσάρθρωσε τις παλαιότερες κοινότητες στις οποίες υπήρχε μια αίσθηση ιερότητας στις κοινωνικές σχέσεις, η οποία απέρρεε και από τη θεώρηση ότι η κοινωνία μπορεί να αντανακλά ευρύτερες κοσμολογικές σχέσεις ή και μία θεία υπερκόσμια τάξη (ή αναλογικώς και τα δύο). Με αυτήν την έννοια ο φιλελευθερισμός υπερβαίνει τον προνεωτερικό κοινοτισμό. Οι θεωρίες κοινωνικών συμβολαίων ομολογουμένως διανοίγουν δυνατότητες προόδου και χειραφέτησης, καθώς για να είναι ένα μέλος της κοινωνίας «συμβαλλόμενος» πρέπει να είναι ελεύθερος (κατάργηση της δουλείας) και να έχει θεσμική τουλάχιστον ισότητα (φεμινισμός, δικαιώματα μειονοτήτων). Η νεωτερική εκδοχή της δημοκρατίας σε αντίθεση με την αρχαία κοινοτική επικεντρώνει στις μειονότητες και στο δικαίωμά τους να αποστασιοποιούνται από την κυρίαρχη κοινότητα και να μην εξοστρακίζονται όπως στην αρχαία δημοκρατία.
Βασικό χαρακτηριστικό των κοινοτήτων της Τουρκοκρατίας ήταν ότι οι κοινοτικοί άρχοντες αποτελούσαν μεταιχμιακά υποκείμενα, που εκπροσωπούσαν τους Έλληνες προς τους Τούρκους, αλλά ενίοτε και αντιστρόφως δρούσαν για συμφέροντα των Τούρκων, κυρίως τη λήψη των φόρων μεταξύ των Ελλήνων. Ήταν υπόλογοι και είχαν ευθύνη έναντι και των δύο και μπορούσαν συχνά να χάσουν τη ζωή τους από τους Τούρκους. Η ονομασία των κοινοτικών αρχόντων ποικίλλει: «Επίτροποι», κυρίως στα νησιά, αλλά και «πρόκριτοι», «προεστοί», «προεστώτες», «καπετάνιοι», «καπετάνοι», «καστελλάνοι», «γουβερναδόροι», «πρωτόγεροι», «γέροντες», «δημογέροντες», «κοτσαμπάσηδες», «μοραγιάνηδες» στην Πελοπόννησο, «τσορμπατζήδες» στη Μακεδονία, «βιλαετλήδες» στα βιλαέτια. Γύρω τους υπάρχουν και άνθρωποι που έχουν αναλάβει τη γραμματειακή υποστήριξη και την οικονομική διαχείριση, όπως στην Πελοπόννησο οι καψιμάληδες ή στη Σύρο οι καντζιλλιέρηδες. Και επίσης σημαντικό ρόλο διαδραμάτιζαν οι εκπρόσωποι στην Υψηλή Πύλη στην Κωνσταντινούπολη ή σε άλλα μεγάλα αστικά κέντρα, λ.χ. στα Ιωάννινα, που ονομάζονταν «βεκίληδες».

