«Δεν μπορούμε να αναρωτηθούμε αν η γυναίκα είναι ανώτερη ή κατώτερη από τον άνδρα, όπως δεν μπορούμε να αναρωτηθούμε αν το νερό είναι ανώτερο ή κατώτερο από τη φωτιά». Julius Evola, Metaphysique du sexe

Το “πολιτικά ορθό” δίδαξε αρχικά στους ανθρώπους να υποπτεύονται οτιδήποτε έρχεται από το παρελθόν και την ιστορία των κοινωνιών. Τώρα βρισκόμαστε στη δεύτερη φάση, σε μια περίοδο παραληρήματος, όπου το πολιτικό γυρνάει –θα τολμούσαμε να ισχυριστούμε– στο ψυχιατρικό. Επιχειρώντας να περιγράψουμε το εσωτερικό περιεχόμενο του παραληρήματος, θα σημειώναμε πως εκφράζεται μέσα από δύο εσωτερικούς λόγους-αντικείμενα.

Πιο αναλυτικά, το πολιτικά ορθό στηρίζεται σε δύο βιολογικές παραμέτρους-πυλώνες που τις χρησιμοποιεί ρατσιστικά και σεξιστικά αντιστοίχως, αναστρέφοντας τες. Το πρώτο αφορά έναν νεοφυλετισμό με έμμονη ιδέα το δέρμα: να κατηγορηθεί η λευκότητα (whiteness) στο όνομα μιας “μαύρης ανωτερότητας”. Με άλλα λόγια, πρόκειται για έναν ρατσιστικό “αντιρατσισμό”. Το δεύτερο αφορά έναν πολιτικά ορθό παραισθησιόπληκτο νεοφεμινισμό.

Το ανδρικό φύλο κατηγορείται. Η ετεροαιχμαλωσία (heterocaptivity στην αμερικανική φεμινιστική διάλεκτο, δηλαδή η αιχμαλωσία από την ετερότητα στο πεδίο του φύλου), συνδέεται με ένα είδος έκδηλης μισανδρίας (αντιπάθειας για το αντρικό φύλο από τον νεοφεμινισμό). Η ιδέα συνυφαίνεται με την συμπληρωματική της ιδέα ότι η διάκριση αρσενικού-θηλυκού δεν αντιστοιχεί σε τίποτα. Το σύνολο των παραπάνω αναδεικνύει την απόλυτη δαιμονοποίηση του συνδυασμού: Ντόπιος-Λευκός-Ετεροφυλόφιλος Άνδρας.