Ο Γεώργιος Φραντζής ήταν Βυζαντινός αξιωματούχος, διπλωμάτης και ιστορικός συγγραφέας, που έγραψε το χρονικό της άλωσης της Κωνσταντινούπολης. Εκτός από αυτόπτης μάρτυρας ήταν και στενός φίλος και συνεργάτης του τελευταίου αυτοκράτορα Κωνσταντίνου ΙΑ’ Παλαιολόγου.
Στο παρακάτω βίντεο παρατίθενται μερικά αποσπάσματα από το Βραχύ Χρονικό στο οποίο με πικρία τονίζει την απουσία βοήθειας από τους υπόλοιπους Χριστιανούς προς την Βασιλεύουσα, στη μεγάλη μάχη της για επιβίωση κόντρα στα οθωμανικά στρατεύματα.
Ο τελευταίος βασιλέας έκανε ό,τι καλύτερο μπορούσε σε εκείνες τις περιστάσεις. Η στάση του υπήρξε η ιδανική όσον αφορά τη θέση του, το αξίωμα του και το ιστορικό του καθήκον.
Έχει πολύ σωστά ειπωθεί πως ο Κωνσταντίνος με τη θυσία του έσωσε την ψυχή της Ρωμιοσύνης και της έδωσε την ελπίδα να συνεχίσει να μάχεται και να υπομένει τον οθωμανικό ζυγό-αν είχε παραδοθεί όπως γενναιόδωρα του προσέφερε ο Μωάμεθ, η Ρωμανία θα είχε σβήσει άδοξα και η Βασίλισσα των Πόλεων θα είχε καταληφθεί με σκυμμένο το κεφάλι.
Δείτε το βίντεο – αφιέρωμα του Cognosco Team στον τελευταίο Ρωμαίο αυτοκράτορα που έφυγε δοξασμένος κατά την άλωση της Βασιλεύουσας, της Πόλεως των πόλεων:
29 Μαΐου 1453, τη μοιραία Τρίτη, έπεσε η Πόλη στα χέρια των Οθωμανών, πράγμα που σήμαινε το τέλος της μεσαιωνικής ελληνικής αυτοκρατορίας. Για το συγκλονιστικό αυτό γεγονός πληροφορίες αντλεί κανείς, εκτός από τους Έλληνες Ιστορικούς της Άλωσης Φραντζή, Δούκα, Χαλκοκονδύλη, Κριτόβουλο, και από τις επιστολές του πατριάρχη Γεννάδιου Σχολάριου, και από Οθωμανούς, Βενετούς και Γενουάτες αυτόπτες μάρτυρες κι όχι μόνο.
Σκλάβωσαν τους κατοίκους της Πόλης, σκότωσαν τον αυτοκράτορά τους και οι γαζίδες (πολεμιστές) έβαλαν χέρι στα κορίτσια των χριστιανών. … την πρώτη Παρασκευή μετά την κατάκτηση έψαλαν τις ευχαριστίες τους στην Αγιά Σοφιά.
Ξεκινώντας από τους Οθωμανούς Τούρκους ιστορικούς και χρονικογράφους μας κάνει εντύπωση ότι τα στοιχεία που παραθέτουν είναι συνοπτικά, που συχνά συσκοτίζουν και αντικρούουν την εικόνα της περιγραφής του κορυφαίου αυτού γεγονότος. Ο σημαντικότερος από τους Οθωμανούς χρονικογράφους, ο οποίος ήταν παρών στην Άλωση, ήταν ο Ασίκ Πασά Ζάντε (1400-1486). Όπως όλα τα πρώιμα οθωμανικά χρονικά, φέρει τον τίτλο «Τεβαρίχ-ι αλ –ι Οσμάν», δηλαδή Ιστορία του οίκου του Οσμάν, του ιδρυτή της δυναστείας. Μεταξύ άλλων ο Ασίκ αναφέρει ότι: «ήλθαν και στρατοπέδευσαν γύρω από τα τείχη της Ιστανμπούλ και την απέκλεισαν εντελώς και από τη γη και από τη θάλασσα με τα πλοία τους.
Είχαν 400 πλοία στη θάλασσα και άλλα 70 που τα έφεραν από το Γαλατά ρυμουλκώντας τα πάνω στην ξηρά. Οι πολεμιστές ήταν πανέτοιμοι και ξεδίπλωσαν τις σημαίες τους. Κοντά στα θεμέλια των τειχών μπήκαν στη θάλασσα και έφτιαξαν γέφυρες κάνοντας επίθεση. Ο πόλεμος εξακολούθησε για 50 μερόνυχτα. Στην 51η μέρα ο σουλτάνος έδωσε άδεια για ελεύθερη λεηλασία. Έκαναν νέα μεγάλη επίθεση και στην 51η μέρα, μια Πέμπτη (!!) πήραν την ακρόπολη. Υπήρχαν πολλά πλούτη για λεηλασία: χρυσάφι, ασήμι, διαμαντικά και ωραία υφάσματα και άλλα ακριβά αντικείμενα τοποθετήθηκαν στην αγορά του στρατοπέδου. Μετά άρχισαν να τα πουλούν. Σκλάβωσαν τους κατοίκους της Πόλης, σκότωσαν τον αυτοκράτορά τους και οι γαζίδες (πολεμιστές) έβαλαν χέρι στα κορίτσια των χριστιανών. … την πρώτη Παρασκευή μετά την κατάκτηση έψαλαν τις ευχαριστίες τους στην Αγιά Σοφιά. Η ισλαμική παράκληση απαγγέλθηκε στο όνομα του σουλτάνου Μεχμέτ Χαν Γαζί. … η νίκη αυτή επιτελέστηκε από το σουλτάνο Μεχμέτ Χαν στο έτος Εγίρας 857».
Ο Ομότιμος Καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης και πρώην Πρύτανης του Παντείου Πανεπιστημίου κ. Γιώργος Κοντογιώργης με αφορμή την κυκλοφορία των Ε' και ΣΤ' τόμων του Ελληνικού Κοσμοσυστήματος από τις Εκδόσεις Σιδέρη, συζητά στις 27.5.2022 με την δημοσιογράφο-φιλόλογο κ. Βίκυ Φλέσσα στην εκπομπή «Στα Άκρα» της ΕΡΤ2.
Το 1204, η τότε Δύση (Βατικανό, Ενετία και φεουδαλικές ηγεμονίες της Δυτικής Ευρώπης) οργάνωσαν μία ληστρική επιχείρηση εναντίον της Ανατολικής Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Το Βατικανό για να επεκτείνει την επιρροή του στην Ανατολή, η Ενετία για να αποκτήσει αποικίες-εμπορικούς σταθμούς στην Ανατολική Μεσόγειο, οι πειναλέοι φεουδάρχες της υπανάπτυκτης δυτικής Ευρώπης για να αποκτήσουν πρόσβαση στον θρυλικό πλούτο της Ρωμανίας.
Χάρις στην εμφύλια έριδα της δυναστείας των Αγγέλων, η επιχείρηση πέτυχε και η Ρωμανία διαμελίσθηκε. Αποτελέσματα: το Βατικανό επιχείρησε να αφομοιώσει θρησκευτικά την Ορθοδοξία, απέτυχε παταγωδώς και τελικώς προκάλεσε το άσβεστο διαχρονικό μίσος του χριστιανικού κόσμου της Ανατολής εναντίον του. Η Ενετία υπερεπεκτάθηκε και εξετέθη σε συνεχείς επιθέσεις Τούρκων κλπ. εναντίον των αποικιών της που την έφθειραν. Οι δε Φράγκοι, Βαλλόνοι, Φλαμανδοί ιππότες ήλθαν, είδαν και απήλθαν τελικώς ηττημένοι, μετά από βραχύβια παρουσία στην Ελλάδα.
Αλλά το μακροπρόθεσμο αποτέλεσμα του 1204 υπήρξε η διάλυση του ισχυρού κράτους, που επί μία χιλιετία συγκράτησε την επέλαση Περσών, Αβάρων, Αράβων, Πετσενέγων, Σελτζούκων και λοιπών ασιατικών βαρβαρικών φύλων προς δυσμάς. Όταν το 1259-1261 ο Μιχαήλ Παλαιολόγος εξεδίωξε τους “Σταυροφόρους” από την Ανατολή, το ανιδρυμένο Βυζάντιο δεν ήταν πλέον η ρωμαϊκή υπερδύναμη, αλλά ένα συρρικνωμένο ελληνικό κράτος, εν μέσω μίας πανσπερμίας βαλκανικών και μικρασιατικών κρατιδίων, τουρκομανικών ηγεμονιών και ενετικών αποικιών.
Τα τουρκομογγολικά φύλα προήλασαν χωρίς αντίσταση και το 1453 κατέλαβαν την Κωνσταντινούπολη, εν μέσω ελληνικού εμφυλίου διχασμού μεταξύ Ανθενωτικών και Ενωτικών. Και ενώ οι Ενωτικοί είχαν δίκιο στην στρατηγική επιλογή τους να εκμαιεύσουν την στρατιωτική βοήθεια της Δύσης, οι Ανθενωτικοί δικαιώθηκαν από την εμπαθή άρνηση των Δυτικών να διασώσουν την Κωνσταντινούπολη από την Άλωση.
Αυτοί πάντως που σίγουρα δεν δικαιώθηκαν ήταν οι Ευρωπαίοι, αφού το 1529, οκτώ μόλις δεκαετίες μετά την Άλωση, οι Τούρκοι έφθασαν στα τείχη της Βιέννης. Η απέχθειά τους για το ορθόδοξο Βυζάντιο τους εμπόδισε να διακρίνουν καθαρά την γεωστρατηγική του αξία ως αναχώματος προς Ανατολάς. Το 1821-1830 η στρατηγική επιλογή της Δύσης ήταν αρχικώς μεν η ακεραιότητα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, μετά δε την μεταστροφή της αγγλικής πολιτικής υπό τον Κάννιγκ η δημιουργία γεωγραφικά ελάχιστου, μη βιώσιμου και άρα εξαρτημένου κρατιδίου στο νότιο άκρο της Βαλκανικής.
Δεινοί ταξιδευτές και έμποροι, οι αρχαίοι Έλληνες ανέπτυξαν από πολύ νωρίς τον θεσμό των αποικιών. Οι πρώτες περιοχές που δέχθηκαν τον ‘σπόρο’ του ελληνικού πολιτισμού ήταν η Καλαβρία, το Σαλέντο και η Σικελία, στη Νότια Ιταλία.
Δείτε το πολύ ενδιαφέρον ντοκιμαντέρ του Cosmote History για τη Magna Grecia και την ελληνική ιστορία της Καλαβρίας:
Το 1451, τη χρονιά που παραλαμβάνει την εξουσία στα χέρια του ο Μωάμεθ Β΄, η οθωμανική αυτοκρατορία είναι η μεγαλύτερη δύναμη της ανατολικής Μεσογείου. Οι τρεις χιλιάδες, όλοι κι όλοι, Οθωμανοί, που τότε ονομάζονταν Καγί μια μικρή ομάδα Ογούζων, όταν εγκαταστάθηκαν στην περιοχή της Βιθυνίας, γύρω στο 1250, ποτέ δε φαντάστηκαν πως μέσα σε έναν αιώνα θα είναι μια μεγάλη δύναμη και σε λιγότερο από δυο αιώνες η μεγαλύτερη της Ευρασίας. Όπως και να έχει, η τρομερή άνοδος αυτής της μικρής φυλής είναι ένα μοναδικό φαινόμενο στην παγκόσμια ιστορία.
Ο ηγέτης των Ογούζων Καγί, Ερτογρούλ, πέθανε το 1290 και την εξουσία θα αναλάβει ο τρίτος του γιος, ο Οσμάν που είχε γεννηθεί το 1258. Από αυτόν θα πάρει το όνομά της η οθωμανική αυτοκρατορία. Γύρω στο 1300 θα κυριέψει το σημερινό Γενισεχίρ και θα στερεώσει ένα κράτος σε εμβρυακή ακόμα κατάσταση. Θα εγκαινιάσει μια επιθετική πολιτική απέναντι στο παραπαίον βυζαντινό κράτος. Το στερεό φρούριο που ήταν η πόλη της Προύσας στους πρόποδες του Ολύμπου της Βιθυνίας, θα πέσει στις 6 Απριλίου 1326 στα χέρια του Ορχάν, γιου και βοηθού του Οσμάν.
Ο Ερτογρούλ ή Ερτογρούλ Γαζής (1191/1198 – 1281) (τούρκικα: Ertuğrul Gazi) ήταν Οθωμανός ηγεμόνας και πατέρας του Οθωμανού Σουλτάνου Οσμάν Α΄. Ο Ερτογρούλ ανήκε στην φυλή των Καγί και σαν τον γιό του είχε ονομαστεί Γαζής (νικητής).
Ο Ορχάν, ο πραγματικός οργανωτής της οθωμανικής αυτοκρατορίας, θα κάνει την Προύσα τη νέα πρωτεύουσα, έχοντας διαδεχτεί τον πατέρα του που μόλις είχε πεθάνει. Θα συνεχίσει μια νέα τζιχάντ απέναντι στους Βυζαντινούς. Ο αυτοκράτορας Ανδρόνικος Γ΄ Παλαιολόγος θα συντριβεί στη Φιλοκρήνη και τον Μάρτη του 1331 πέφτει η Νίκαια. Ακολουθεί το 1337 η Νικομήδεια. Ο Ορχάν, εκμεταλλευόμενος της διαμάχες γειτονικών τουρκικών φυλών, θα αυξήσει την επικράτειά του μέχρι τα Δαρδανέλια.
Από εκεί και έπειτα οι Οθωμανοί θα ενδιαφερθούν ιδιαίτερα για τις υποθέσεις τις βυζαντινής αυτοκρατορίας. Ο Ιωάννης Καντακουζηνός, στη διαμάχη για το θρόνο με τους Παλαιολόγους, δε θα διστάσει να ζητήσει τη βοήθεια των Οθωμανών. Το 1346 είναι μια σημαδιακή χρονιά: ο Σουλεϊμάν, γιος του Ορχάν, επικεφαλής πέντε χιλιάδων ανδρών θα περάσει στη Θράκη. Ήταν η πρώτη φορά που οι Οθωμανοί επενέβαιναν στα Βαλκάνια! Ο Καντακουζηνός από ευγνωμοσύνη θα δώσει την κόρη του Θεοδώρα σε γάμο με τον Ορχάν! Μια βυζαντινή πριγκίπισσα έμπαινε στο χαρέμι του γαζή! Πώς είχαν αλλάξει οι καιροί!
Το Βυζάντιο υπήρξε ένα κράτος από τα πιο μακρόβια στην ιστορία. Ταυτόχρονα ήταν και παραμένει πολύ λιγότερο μελετημένο από άλλες επικράτειες της ίδιας ιστορικής περιόδου ενώ επίσης παραμένει μη κατανοητό εν πολλοίς από την δυτική ιστοριογραφία. Στα πλαίσια αυτά αντιμετωπίσθηκε, μέχρι πρόσφατα τουλάχιστον, ως ένας παρακμιακός φτωχός συγγενής. Είναι απορίας άξιο, όμως, πως μια επικράτεια με τέτοια χαρακτηριστικά κατόρθωσε, όχι μόνον να επιβιώσει, αλλά και να μεγαλουργήσει επί μια χιλιετία.
Α. «Εξανατολισμός» ή εκχριστιανισμός;
Το Βυζάντιο αναδύεται ως απάντηση στην κρίση που πέρασε η ρωμαϊκή αυτοκρατορία κατά την διάρκεια του 3ου αιώνα μ.Χ. Ο αιώνας αυτός ήταν περίοδος εμφυλίων πολέμων, νόθευσης του νομίσματος και εμπορικών συναλλαγών σε είδος. Η ρωμαϊκή αυτοκρατορία είχε σταματήσει να επεκτείνεται, οι προερχόμενοι από αιχμαλώτους πολέμου δούλοι σπάνιζαν, οι τιμές ανέβαιναν και η τοπική αριστοκρατία που στήριζε με τις χορηγίες της τα οικονομικά των πόλεων και τις κυβερνούσε, εξωθήθηκε από τις περιστάσεις στην χρεωκοπία. Στο βάθος της κρίσης υπέβοσκαν και άλλα προβλήματα στα οποία θα αναφερθούμε λίγο πιο κάτω.
Προς το τέλος του 3ου αιώνα, εν πάση περιπτώσει,αναζητήθηκε ως λύση της κρίσης, από τον δραστήριο αυτοκράτορα Διοκλητιανό, ένας «εξανατολισμός» της αυτοκρατορίας, κατά τα πρότυπα της Περσίας των Σασσανιδών. Έγινε προσπάθεια, συγκεκριμένα,να περιβληθεί η αυτοκρατορική εξουσία με το φωτοστέφανο μιας υποτιθέμενης θείας καταγωγής της. Προωθήθηκε ταυτόχρονα ένας αυστηρός διαχωρισμός των πολιτικών από τις στρατιωτικές πλευρές του κρατικού μηχανισμού. Η υπαλληλία διογκώθηκε υπέρμετρα ενώ η διοίκηση κατατμήθηκε σε μια πυραμίδα υποδιαιρέσεων,που είχε στην βάση της πολυπληθείς μικρές επαρχίες. Στόχος ήταν η μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα του κρατικού μηχανισμού και κυρίως η παρεμπόδιση της συγκέντρωσης εξουσιών στα χέρια ανταγωνιστών του αυτοκράτορα.
Η έννοια της εθνικής ταυτότητος απετέλεσε μάλλον ένα δυναμικό φαινόμενο μέσα στην υπερχιλιετή ιστορία του Βυζαντίου. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο, τυγχάνει συχνά παρανοήσεων και ιδεολογικής αποχρώσεως στρεβλώσεων. Εν τούτοις, η κριτική εξέταση του τρόπου δια του οποίου εξελίχθηκε σε αυτό το διάστημα η περί έθνους αντίληψη οδηγεί σε πολύ ενδιαφέροντα συμπεράσματα ιστορικής, εθνολογικής και κοινωνιολογικής φύσεως. Το ζήτημα χρήζει ιδιαίτερης προσοχής.
Το Βυζάντιο κληρονόμησε τον παγκοσμιοποιημένο κόσμο της ύστερης ρωμαϊκής περιόδου, όπου ετερόκλητα έθνη έπρεπε να υποτάσσονται σε μία υπέρτατη αρχή. Ειδικότερα στους πρώτους αιώνες, το βασικότερο κριτήριο για να γίνει κάποιος θεσμικώς και κοινωνικώς αποδεκτός, απολαμβάνοντας πλήρη πολιτικά δικαιώματα, ήταν η χριστιανική πίστη. Ο Λέων ΣΤ΄ απεκάλεσε τους Ρωμαίους «Έθνος Χριστιανών» [1]. Κατά την περίοδο της αραβικής παντοδυναμίας πολλοί εκτός συνόρων Χριστιανοί θεωρούσαν εαυτούς υπηκόους του Αυτοκράτορος, ενώ η αυτοκρατορική αρχή σε κάθε ευκαιρία αντιμετώπιζε την υπεράσπιση των όπου γης ομοθρήσκων ως φυσικό της καθήκον. Εξάλλου, ο Ηράκλειος πραγμάτωσε την πρώτη καταγεγραμμένη σταυροφορία, μισή χιλιετία πριν την σύνοδο της Κλερμόν και το περίφημο Deus vult. Επί Ηρακλείου (7ος αιών), ολοκληρώνεται και ο γλωσσολογικός εξελληνισμός των επισήμων εγγράφων της ανατολικής ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, μία διαδικασία που είχε ήδη ξεκινήσει από την εποχή του Ιουστινιανού, καθώς ο λαός δεν κατανοούσε τα λατινικά της παλατινής γραφειοκρατίας. Οι δυτικές πηγές, από κλασικών χρόνων έως και σήμερον, ουδέποτε έπαυσαν να αποκαλούν τον λαό του γεωγραφικού πυρήνος της βυζαντινής κοινοπολιτείας “Γραικούς” (Graeci), χαρακτηρισμό τον οποίο χρησιμοποίησαν ως αυτοπροσδιορισμό και ορισμένοι βυζαντινοί λόγιοι.
Μετά την απώλεια των εδαφών της Μέσης Ανατολής και των ιδιότροπων λαών της (εν μέρει εξαιτίας των θεολογικών ερίδων), η Αυτοκρατορία κατέστη ομοιογενέστερη εθνολογικά και το ελληνικό στοιχείο επεβλήθη κατά κράτος (όπως διαπιστώνεται και στην έκβαση της Εικονομαχίας τον 9ο αιώνα). Μέχρι τότε ο όρος «Έλλην» σήμαινε τον ειδωλολάτρη, αλλά πλέον άρχισε να αποκτά πολιτισμική χροιά, την οποία διά της κλασικής παιδείας ενστερνίστηκαν υπερηφάνως οι βυζαντινοί λόγιοι. Ύστερα από την άλωση του 1204, συνειδητοποιήθηκαν και οι διαφορές με την φραγκική Δύση. Η πολιτισμική κοινοτική συνείδηση ενσωμάτωσε και φυλετικό χαρακτήρα, σφυρηλατήθηκε ένας εθνικισμός και μορφοποιήθηκε η ταυτότητα του Νεοέλληνος. Δυνάμεθα να παρατηρήσουμε ότι στην εννοιολογική εξέλιξη του όρου «Έλλην» ακολουθήθηκε αντίστροφη πορεία σε σχέση με την αρχαιότητα (που έως την κλασική Ελλάδα είχε φυλετικό χαρακτήρα, στην ελληνιστική εποχή πολιτισμικό και στην ρωμαϊκή θρησκευτικό). Τοιαύτη συναρπαστική εθνολογική παλιννόστησις καταμαρτυρεί την αδιάλειπτο συνέχεια του Ελληνικού Έθνους σε βάθος χιλιετιών.
Απεικόνιση του Ιωάννη Βατάτζη σε χειρόγραφο βυζαντινού κώδικα του 15ου αιώνος (Biblioteca Estense Universitaria, Modena).
Η εννοιολογική μεταστροφή του όρου “Ἕλλην” είναι πρόδηλη στους λόγους των Βασιλέων της Νικαίας, συγκεκριμένα του Ιωάννου Γ΄ Δούκα Βατάτζη (1193-1254) και του υιού του Θεοδώρου Β΄ Βατάτζη Λασκάρεως (1222-1258). Το 1237 σε επιστολή του προς τον Βατάτζη, ο πάπας ζήτησε από «το γένος των Γραικών που ανέβλυζε σοφία» να αναγνωρίσει το παπικό πρωτείο του και απείλησε ευθέως ότι, εάν δεν τερματιζόταν η σύγκρουση με τους Λατίνους της κατεχομένης Κωνσταντινουπόλεως, θα διοργάνωνε σταυροφορία contra Graecos (στα πλαίσια μιας «ευρύτερης» σταυροφορίας για τους Αγίους Τόπους) [2].
Διάλεξη του Ομότιμου Καθηγητή Πολιτικής Επιστήμης και πρώην Πρύτανη του Παντείου Πανεπιστημίου κ. Γιώργου Κοντογιώργη με θέμα «Το Ελληνικό Κοσμοσύστημα - Τι είναι το Βυζάντιο;», η οποία έγινε στις 5.11.2021 και διοργάνωσε το Ινστιτούτο Έρευνας & Μελέτης Θουκιδίδης, σε συνεργασία με τις εκδόσεις Άπειρος Χώρα.
Όταν ξεκινούσαν σιδηρόφρακτα με τον κόκκινο σταυρό στο στήθος τα Σταυροφορικά τάγματα, ως σκοπό τους και ευγενή φιλοδοξία τους είχαν την απελευθέρωση των αγίων τόπων από τους Μουσουλμάνους. Στην πορεία όμως παρεκτράπησαν του αρχικού τους σκοπού και άρχισαν να συμπεριφέρονται ως κατακτητές και κυρίαρχοι. Μετά την πολιορκία και κατάληψη της Κωνσταντινούπολης (1204) άρχισαν να υποβλέπουν τον νότο και τέλος θέλησαν να επεκταθούν σε όλο τον Ελλαδικό χώρο. Οι επιδρομές τους υπήρξαν καταστροφικές και οι φιλοδοξίες τους υπερβολικές. Ανδριανούπολη, Κομοτηνή, Θεσσαλονίκη, Στερεά, Πελοπόννησος αλλά και άλλες περιοχές της Ελλάδας, μπήκαν στο στόχαστρό τους.
Το Ναύπλιο εκείνη την εποχή γνωρίζει σπουδαία ανάπτυξη. Μαζί του το Άργος και η Κόρινθος. Οι Σταυροφόροι είναι ακόμη μακριά του. Οι Βυζαντινοί το υποστηρίζουν και το υπολογίζουν. Αυτή την ευλογημένη γωνιά της Ελλάδας καλείται να διοικήσει ο Θεόδωρος Σγουρός, όταν το 1180 το Βυζάντιο ( αυτοκράτορας Μανουήλ Α΄ Κομνηνός) τον αναγνωρίζει ως άρχοντα του.
Η καταγωγή τους
Σχετικά με την καταγωγή της οικογένειας η Γιόνα Μικέ Παϊδούση-Παπαντωνίου γράφει. «…Για τούτη την επωνυμία αναφέρεται πως στο βιβλίο της Κουγκέστας απαντά ως Σγούρος, πράγμα που επιβεβαιώθηκε από μέρους μας στην ίδια έκδοση. Αναφέρεται επίσης ότι « οι Φράγκοι τον λέγανε Lasgur » και φαίνεται ότι από τη γαλλική παραλλαγή του κειμένου της Κουγκέστας* προέρχεται ο αναφερόμενος τύπος της επωνυμίας. Για τους προγόνους του Σγουρού δεν υπάρχουν στοιχεία, το δε μικρό όνομά του πιθανολογείται ως Θεόδωρος. Σημειώνουμε πως ο Λαμπρυνίδης πρώτος πρόσεξε ιδιαίτερα το επίθετο Σγουρός αναφέροντας: « Μαυρίκιος Μπούας Σγουρός, Δεσπότης Άρτης, Ιωαννίνων και Αγγελοκάστρου. Εκ της οικογενείας ταύτης κατήγετο και ο ημέτερος Μερκούριος, ου οι πρόγονοι αρχομένου του ΙΕ΄αι. μετώκησαν εις Ναύπλιον, όπου και εγκατεστάθησαν. Η οικογένεια αύτη ηξίον ότι κατήγετο εκ του γνωστού άρχοντος Ναυπλίου Λέοντος Σγουρού, εφ̉ ω συν τω Μπούα έφερε την προσωνυμίαν Σγουρού».
Το βίντεο από την παρουσίαση του πρόσφατου βιβλίου του Ισίδωρου Ζουργού, "Περί της εαυτού ψυχής", εκδ. Πατάκη, Αθήνα 2021.
Η παρουσίαση πραγματοποιήθηκε στο βιβλιοπωλείο Ιανός της Αθήνας το Σάββατο 13 Νοεμβρίου. Το «Περί της εαυτού ψυχής» είναι ένα εσωτερικό χρονικό για τον τρόπο που ένας αντιγραφέας γίνεται συγγραφέας, ένα μυθιστόρημα οικογένειας, περιπέτειας και ελευθερίας, για το άλλο Βυζάντιο. Ένα βιβλίο για τη δύναμη της γραφής και της μνήμης, γι’ αυτήν την ορμή που απαιτεί να ονοματίσουμε τα πράγματα του κόσμου εξαρχής με ανάδοχο τη δική μας ψυχή.
Ο συγγραφέας συνομιλεί με τον Δημήτρη Αγγελή, ποιητή, διευθυντή του περιοδικού «ΦΡΕΑΡ», και τον Σταύρο Γιαγκάζογλου, επίκουρο καθηγητή του Τμήματος Θεολογίας Ε.Κ.Π.Α.
Στις 12 Απριλίου 1204, οι Σταυροφόροι καταλαμβάνουν την Κωνσταντινούπολη σηματοδοτώντας την αρχή του τέλους της βυζαντινής αυτοκρατορίας. Πολλά χρόνια πριν, η Άννα Κομνηνή τούς παρατηρούσε να έρχονται κατά σμήνη αναγκάζοντας τον πατέρα της Αλέξιο Κομνηνό να κινητοποιήσει όλες τις διαθέσιμες δυνάμεις που είχε:
Ποιος δεν θυμάται τα άπειρα εκείνα πλήθη των Κελτών που κατέκλυσαν τη βασιλεύουσα τότε που ξεσηκώθηκαν από τα μέρη τους κι όρμησαν στα δικά μας; Τότε εκείνος έπεσε σε πέλαγος φροντίδων αχανές: γνώριζε από καιρό ότι εκείνοι ονειρεύονταν τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία έβλεπε πως ήταν πλήθος μεγαλύτερο από την άμμο και τ’ άστρα ήξερε πως ολόκληρο το ρωμαϊκό στράτευμα δεν έφτανε ούτε στο πολλοστημόριο των δικών τους δυνάμεων. Ακόμα και να συγκεντρωνόταν όλο μαζί και πολύ περισσότερο που στο μεγαλύτερο μέρος τους ήταν διασπαρμένοι: άλλοι φρουρούσαν τις κοιλάδες της Σερβίας και τη Δαλματίας, άλλοι βρίσκονταν στον ίστρο φυλάγοντας τα σύνορα από τις επιδρομές των Κομάνων και των Δακών και πολλοί είχαν αναλάβει να φρουρούν το Δυρράχιο για να μην πέσει στα χέρια των Κελτών . Αυτά έβλεπε ο αυτοκράτορας και δόθηκε ολόκληρος στην αντιμετώπιση του προβλήματος βάζοντας όλα τα άλλα σε δεύτερη μοίρα.
Άπαξ Ναός, εσαεί Ναός! Στη συνείδηση των Ορθοδόξων Ελλήνων η Μονή της Χώρας δεν είναι μουσείο ούτε τζαμί. Ο Ναός της και το παρεκκλήσιό της είναι και παραμένουν Ορθόδοξοι Ναοί. Ό,τι κι αν κάνουν οι νεο-οθωμανοί καταληψίες, ο Χριστός πάντα θα είναι Η ΧΩΡΑ ΤΩΝ ΖΩΝΤΩΝ και η Παναγία θα είναι πάντα Η ΧΩΡΑ ΤΟΥ ΑΧΩΡΗΤΟΥ, όπως αγιογραφούνται στην ιστορική αυτή Μονή της Κωνσταντινουπόλεως.
Διαμαρτυρόμαστε και ορθώς για τα αίσχη του Ερντογάν. Απευθυνόμαστε στη διεθνή κοινότητα, διότι η Αγία Σοφία και η Μονή της Χώρας προστατεύονται από την ΟΥΝΕΣΚΟ. Όμως πόσα γνωρίζουμε εμείς οι Νεοέλληνες για τον Ελληνικό και Χριστιανικό Πολιτισμό του Βυζαντίου /Ρωμανίας; Τι διδάσκονται οι μαθητές στα σχολεία μας για την Ορθόδοξη αγιογραφία, ναοδομία και τέχνη; Πόσα γνωρίζουμε για την ελληνική συνείδηση και την εντυπωσιακή ελληνική παιδεία κορυφαίων εκφραστών του Βυζαντινού πολιτισμού; Και όμως υπάρχουν ξένοι που μελέτησαν αυτή την περίοδο και κατέληξαν σε ενδιαφέροντα συμπεράσματα.
Ο Άγγλος Πάτρικ Λή Φέρμορ έγινε γνωστός ως στρατιωτικός, όταν έδρασε στην Κρήτη επί Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και μετείχε στην απαγωγή του Γερμανού Στρατηγού Κράιπε. Μελέτησε την ελληνική ιστορία σε όλη τη διαχρονία της και τα κυριώτερα συμπεράσματά του τα καταθέτει στο βιβλίο του με τίτλο «Μάνη». Εκδόθηκε στα εληνικά από τον ΚΕΔΡΟ το 1972 και επανεκδόθηκε το 2007. Η μετάφραση είναι του πρώην Πρωθυπουργού Τζαννή Τζαννετάκη. Εκεί ο Φέρμορ αφιερώνει ένα εκτενέστατο κεφάλαιο στην Ορθόδοξη Βυζαντινή αγιογραφία και εκφράζει τη βεβαιότητα ότι ο Βυζαντινός πολιτισμός είναι σύνθεση της Χριστιανικής Ορθοδοξίας με το ελληνικό πνεύμα. Ο Πάτρικ Λη Φέρμορ επιβεβαιώνει με παραδείγματα την αδιάκοπη πολιτιστική συνέχεια του Ελληνισμού. Για τη Μονή της Χώρας και τις εκπληκτικές αγιογραφίες της εκφράζεται με θαυμασμό και συγκίνηση. Κάνει ιδιαίτερη αναφορά στον ανακαινιστή της Μονής, τον λόγιο και πολιτικό Θεόδωρο Μετοχίτη (τέλη ΙΓ΄ και αρχές ΙΔ΄ αιώνος).