Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 29 Απριλίου 2022

Δια των αισθήσεων

του Δημήτρη Μαγριπλή


Ανέβηκα στο χωριό αμέσως μετά τη Λαμπρή. Είχα καιρό να έρθω και όλα έμοιαζαν διαφορετικά. Αναστάσιμα. Έμεινα στο πατρικό, αν και οι συνθήκες πια δεν ευνοούσαν μια αξιοπρεπή διαβίωση. Η σκεπή είχε αρχίσει να υποχωρεί και αυτό με στεναχώρησε ιδιαίτερα. Τα πέτρινα σπίτια έτσι γκρεμίζονται. Δεν έχουν θέμα στα ντουβάρια, αλλά στην οροφή. Αν αυτή υποχωρήσει, μετά από λίγο αρχίζει μια διαρκής κατάρρευση. Σιγά σιγά γλύφει η βροχή τους τοίχους και οι πέτρες αποσπώνται από την συμπαγή μάζα της δημιουργίας. Κατρακυλούν κάτω και ο σορός, αν δεν βρεθεί κατάλληλο χέρι και φροντίδα, γίνεται όλο και μεγαλύτερος. Στο μέλλον θα είμαι άστεγος. Όχι ότι αυτό με ενοχλεί. Ουσιαστικά άστεγοι είμαστε όλοι μέχρι να καταλήξουμε και προσωπικά έχω μετακομίσει εδώ και καιρό στον χώρο των επιλογών μου. Εκεί υπάρχω και διαβιώ. Αν είναι καλύτερα ή χειρότερα, δεν ξέρω πια. Ο νόστος, όμως, υπάρχει. Θεωρώ μεγάλη ανάγκη αυτό το ανέβασμα κάθε που ακούγεται το «Χριστός Ανέστη». Σε σημείο που η μετάβαση γίνεται ως εκ θαύματος, χωρίς προετοιμασίες και φυσικά δίχως αποσκευές και περαιτέρω υλικά βάρη. Πάντα παρών στο τραπέζι με τα κόκκινα αυγά και τα λαχταριστά καλούδια, κάτω από την κρεβατίνα με το αμπέλι, αν μάλιστα το Πάσχα είναι αργά, να σκιάζει με τα τρυφερά του φύλλα τον ήλιο. Το γλέντι στην αυλή ξεκινάει από πρωίας και κρατά όσο το κρασί ρέει από το μεγάλο βαρέλι του πατέρα μου. Αγιωργίτικο με ροδίτη, σε χρώμα ροζέ βαθύ και γεύση ντόπια, ανόθευτη και μυριστική. Βγάζει γέλια και χαρές, που κάνουν τον γέρο παλικάρι και την παρέα να χορεύει σε ήχους ελληνικούς. Έχουν αυτοί οι χοροί μια μαγεία. Ουσιαστικά είναι ο κύκλος της δύναμης, που δεν απαιτεί δεξιότητες και φιοριτούρες. Ο ένας κρατά τα χέρια του άλλου και η κίνηση βγάζει ενότητα μετασχηματίζοντας το εμείς σε ένα και το ένα σε πολλά πρόσωπα.
Εκεί που διαμένω δεν έχει χορούς και κρατήματα. Όλοι μόνοι. Άτομα που δεν απαντώνται. Σκυφτοί και σκεφτικοί, σαν να πρόκειται να αλλάξει και τίποτα έτσι. To να κοιτάς ευωδιαστό χαμομήλι με την ιδέα πως πρόκειται για ποώδες φυτό που τα άνθη του κατανέμονται σε ταξιανθίες, μονοετές και φαρμακευτικό, σε κάνει να χάσεις τα αρώματα και να αγνοήσεις το γεγονός ότι ανήκει στην οικογένεια των αστεροειδών. Έτσι δεν γυρίζεις να το ανταμώσεις στον ουρανό σου. Όταν δεν κοιτάς πάνω, δεν παρατηρείς τις ρωγμές. Συνεπώς κάποτε χάνεται το ταβάνι και ακολουθεί η κατάρρευση. Αυτό μου συνέβη. Μετατράπηκα από πηγή σε πληγή που έρεε και τόσα δάκρυα, αντί να ποτίσουν ανθούς, χάθηκαν στο ρέμα που έτρεχε με ορμή να χυθεί στην θάλασσα. Στο αλάτι δεν επιβιώνουν αισθήματα. Χωρίς τις αισθήσεις όλα έγιναν ασπρόμαυρα και έτσι δεν πρόλαβα να απολαύσω τα χρώματα. Μα να ήταν μόνο σε μένα;

Δευτέρα 21 Μαρτίου 2022

ΒΙΒΛΙΟΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ: ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΤΗΣ ΠΛΑΚΑΣ του ΔΗΜΗΤΡΗ ΜΑΡΤΟΥ


Εκδόθηκε από τον εκδοτικό οίκο «Γόρδιος» το μυθιστόρημα του Δημήτρη Μάρτου «Τα παιδιά της Πλάκας».



ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΤΗΣ ΠΛΑΚΑΣ


Το έργο αναφέρεται σ’ ένα πραγματικό γεγονός, που επαναπροσδιόρισε το νόημα της λέξης «Πλάκα»· από τοπωνύμιο την κατίσχυσε σε προσδιορισμό συμπεριφοράς. Το ζήτημα αφορά μια παρέα νεαρών φοιτητών, η οποία, σε κάποιο σημείο της συνοικίας Πλάκας της Αθήνας, κατά πάσα πιθανότητα σ’ ένα καφενείο, διακήρυττε ότι είχε το σθένος ν’ αντισταθεί στους Άγγλους, σε ενδεχόμενη απόπειρα τους να καταλάβουν την Αθήνα, κατά τον αποκλεισμό του 1850 (Παρκερικά). Όταν, όμως, φημολογήθηκε ότι οι Άγγλοι ανέβαιναν στην Αθήνα οι νεαροί δείλιασαν και διαλύθηκαν. Η φράση ‘’Παιδιά της Πλάκας’’ σηματοδότησε από τότε το λεονταρισμό, την ανημποριά και τη λιγοψυχία. Σταδιακά επεκτάθηκε σε ό,τι ήθελε να στιγματίσει σαν αναξιόπιστο και γελοίο. «Πλάκα κάνεις», δηλαδή, αστειεύεσαι, λες πράγματα που δεν μπορείς να κάνεις, «αυτός είναι της πλάκας», «σπάω πλάκα» κλπ.

Στο έργο, πρόσωπα και γεγονότα είναι φανταστικά, συναρθρώνονται, όμως, με αληθινά. Πολλές φορές, αληθινά περιστατικά, αν και συνέβησαν σε απόσταση χρονική το ένα από το άλλο και σε διαφορετικά μέρη, συνθέτονται σε μια συμπυκνωμένη χρονική στιγμή, μυθιστορηματικά, περισσότερο για να αποδώσουν την ιστορική ατμόσφαιρα που μεταμόρφωσε τον κοινωνικογεωγραφικό προσδιορισμό ‘’παιδιά της Πλάκας’’ σε προσδιορισμό συμπεριφοράς.

Ο μύθος, παρακολουθεί έναν μπαρουτοκαπνισμένο καπετάνιο του 1821, που ένα πρωινό του Απρίλη, θ’ ανηφορήσει με τη δεκαεξάχρονη εγγόνα του προς την πλακιώτικη πλατεία. Εκεί, στο καφενείο ‘’Ο γενναίος Έλλην’’, σύχναζαν παρέες φοιτητών, που δημιουργούσαν πηγαδάκια σφοδρής αντιπαράθεσης, ενόψει του αποκλεισμού των ελληνικών λιμανιών από τον αγγλικό στόλο. Αυτές οι παρέες πήραν το προσωνύμιο ‘’παιδιά της Πλάκας’’, εξ αιτίας, κυρίως, μιας παρέας που εντυπωσίαζε με τις απόψεις και τις υποσχέσεις της ν’ αντιμετωπίσει τους Άγγλους στην περίπτωση που αυτοί ανέβαιναν στην Αθήνα.

Τον καπετάν Γιάγκο τον ενδιέφεραν οι αντιπαραθέσεις των νεαρών γιατί προσδοκούσε να βρει απαντήσεις σε διάφορα ερωτήματα που του δημιούργησε η επαναστατική του δράση, ενώ την Ελένη την παρακινούσε ο έρωτάς της για έναν πρωταγωνιστή εκείνων των αντιπαραθέσεων. Αφού έκαναν τα πρωινιάτικά τους πήραν το δρόμο για την Πλάκα.

Αρχικά έγιναν μάρτυρες ενός περιστατικού (αναφέρεται σε αληθινό γεγονός) ανάμεσα σ’ έναν περιφερόμενο επαγγελματία Γάλλο παλαιστή και έναν Αρναούτη βοσκό της περιοχής, ο οποίος βρέθηκε στην αρένα να παλεύει με τον Γάλλο, μετά από μια σπρωξιά κάποιων νεαρών που ήθελαν να αστειευτούν μαζί του. Ο βοσκός, όμως, ξυλοφόρτωσε τον Γάλλο παλαιστή, δημιουργώντας αισθήματα εθνικής ανάτασης στους παρευρισκομένους και σε λίγο σε όλη την Αθήνα, η οποία τότε μαστιζόταν από τις προσβολές των Άγγλων κατακτητών.

Πέμπτη 13 Ιανουαρίου 2022

Στέλιος Κούκος: Νίκος Γαβριήλ Πεντζίκης, Χαίρε ανάμεσά μας και εσαεί!





Ο θεσσαλονικιός συγγραφέας και εικαστικός Νίκος Γαβριήλ Πεντζίκης (1908-1993).
   

Γράφει ο Στέλιος Κούκος

Ο Νίκος Γαβριήλ Πεντζίκης είναι  ένας ιδιότυπος ταξιδευτής και επισκέπτης του κόσμου!
Και εν προκειμένω περί κόσμου μην φανταστείτε ότι αναφερόμαστε στον «Γύρο του κόσμου σε 80 μέρες», αφού ο θεσσαλονικιός συγγραφέας ήταν ικανός να κάνει ένα μακρινό ταξείδι στο συρτάρι του, σε ένα κουτί από τα αναμνηστικά που «αποδελτίωνε» τον κόσμο του.

Βεβαίως! Και όχι μόνον να ταξιδέψει ο ίδιος, αλλά να μας μεταφέρει και εμάς μαζί του σε μία επίσκεψη σχεδόν… θρίλερ αλλά και ζωής. Αυτή, όμως, ήταν και η μία ευρύτερη μέθοδος και τρόπος δουλειάς του. Διά της επίσκεψης και εντρύφησης στα πράγματα και την αλήθειά τους, τα φανερώματά τους. Ή ακόμη στις αποδείξεις που απαιτούσε ο ίδιος για την ζωή του. Θυμάστε την παλαιότερη έκκληση-καμπάνια υπουργείου Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων (Υ.ΠΕ.ΧΩ.ΔΕ.) που έλεγε για τα αυθαίρετα «Αν το δηλώσεις μπορείς να το σώσεις»! Κάπως έτσι έκανε και με τα δικά του «αυθαίρετα» ο Πεντζίκης. 

Συνέχεια εδώ:

Δευτέρα 3 Ιανουαρίου 2022

«Γεια σου ρε Παπαδιαμάντη!» ή Ο έπαινος και ο ψόγος της αγοράς και της κερκίδας…

Είναι κάποιοι φίλοι του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη που τέτοιες μέρες ενθουσιασμένοι, για να μην πω εκστασιασμένοι, από την ανάγνωση των διηγημάτων του ευαγγελιστή των ελληνικών εορτών θα αναφωνήσουν και πάλιν: «Γεια σου ρε Παπαδιαμάντη»!

Δεν κάνω πλάκα! Πρόκειται για πραγματική αντίδραση και δεν είναι στοιχειοθετημένη για τις ανάγκες εορταστικού κειμένου! Η αναφώνησή τους αυτή πηγαία, γνήσια, και έως αδιάκριτη, όπως θα μπορούσε να πει κάποιος, έχει καταγραφεί και σε ανάρτηση στο facebook και από εκεί την τσίμπησα! 

«Γεια σου ρε Παπαδιαμάντη»! Έμπαινε, λοιπόν, τρίπλαρε, σκόραρε! Η εξέδρα είναι έτοιμη να σε αποθεώσει! 

Αλλά τι καινούργιο να μας δώσεις, πλέον; Θα αρκεστούμε στα παλαιά αναζητώντας την επανάληψη της συγκίνησης ή ακόμη και την επαλήθευσή της ή την επιβεβαίωση της πρωτοκαθεδρίας σου στον θώκο της ελληνικής λογοτεχνίας; 

Φτάνει, όμως, αυτό για να ανοίξουμε διάπλατα την καρδιά μας, να νιώσουμε εν μέσω των ποικίλων συμφορών της ζωής μας πραγματικά Χριστούγεννα και να εκφραστούμε υμνητικά και δοξολογικά ή ακόμη και… ποδοσφαιρικά προς το πρόσωπο σου; Το πρόσωπο που έχει ταυτιστεί με τις μείζονες γιορτές και σκόλες μας;

Μπορεί, βεβαίως, να φτάνει και να περισσεύει μια ακόμη ετήσια επανάληψη, αλλά η ποίηση έχει τις δικές της εκπλήξεις που είναι πέραν από την ταυτοποίηση λέξεων, φράσεων, διαλόγων, επεισοδίων, συναισθημάτων…

Γιατί εκεί που νομίζεις πως μετά την γνωστή φράση, θα ακολουθήσει και η γνωστότατη, όπως και η επανάληψη της επαναλήψεως, εντούτοις αίφνης φωτίζεται αλλιώς το κείμενο από μια νέα ανάγνωση των ίδιων λέξεων και φράσεων που νόμιζες πως τις είχες ήδη αποδελτιώσει οριστικά, τις είχες αποκωδικοποιήσει πλήρως, ενώ και το νόημα το κρατούσες για τα καλά μέσα σου με ασφάλεια! Την ίδια στιγμή που νόμιζες πως τίποτε δεν σου ξέφευγε! Τίποτε δεν μπορούσε να σου διαφύγει μετά από τις επανειλημμένες αναγνώσεις! Νόμιζες! 

ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ: Ο ΕΛΛΗΝΑΣ ΝΤΟΣΤΟΓΕΦΣΚΙ, Ο ΚΟΣΜΟΚΑΛΟΓΕΡΟΣ

Ο Μίλαν Κούντερα έγραψε για τον Παπαδιαμάντη πως είναι ο σημαντικότερος Έλληνας πεζογράφος. Εκθειαστικά ήταν επίσης τα λόγια του Ελύτη, του Καβάφη, του Παλαμά, του Πορφύρα και άλλων μεγάλων ονομάτων της ελληνικού πνεύματος.
Ο Σκιαθίτης δημιουργός «δανείστηκε» το φυσικό περιβάλλον του νησιού του, ανέσυρε από τη μνήμη του τα παιδικά του χρόνια και ψυχογραφώντας την ζωή των απλών, ταλαιπωρημένων ανθρώπων, κατάφερε να φέρει στο προσκήνιο το ηθογραφικό μυθιστόρημα.

Τα σοβαρά οικονομικά προβλήματα και η έντονη θρησκευτικότητα καθόρισαν τη συγγραφική του πορεία και την ψυχοσύνθεσή του.

Η ζωή του πεζογράφου


Ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης γεννήθηκε στις 4 Μαρτίου του 1851 στην Σκιάθο. Ήταν το τρίτο από τα έξι παιδιά της οικογένειας. Ο πατέρας του, Αδαμάντιος Εμμανουήλ, ήταν ιερέας και η μητέρα του, Αγγελική Μωραΐτη, προερχόταν από αρχοντική οικογένεια του Μιστρά, που πήγε στην Σκιάθο τον 18ο αιώνα.



Ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης με τον Γιάννη Βλαχογιάννη στην Αθήνα

Η οικογένεια ωστόσο αντιμετώπιζε σοβαρά οικονομικά προβλήματα με αποτέλεσμα η εκπαίδευση του Αλέξανδρου να γίνει τμηματικά.

ΠΩΣ ΑΠΕΘΑΝΕΝ Ο ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ; Οι τελευταίες ώρες του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη όπως τις περιγράφει ο Αλέξανδρος Μωραϊτίδης


ΚΛΙΚ για τη συνέχεια...

Πέμπτη 30 Δεκεμβρίου 2021

ΠΡΩΤΟΧΡΟΝΙΑΤΙΚΟ ΔΙΗΓΗΜΑ: “Τ’ΑΓΝΑΝΤΕΜΑ” ΤΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗ

Ακούστε το διήγημα στον σύνδεσμο που ακολουθεί. Διαβάζει ο Ανδρέας Χατζηδήμου:



Watch this video on YouTube


Σάββατο 17 Απριλίου 2021

Ο Παπαδιαμάντης και ο Μεγάλος Κανόνας

Μπορεί να είναι εικόνα 1 άτομο

Ο Παπαδιαμάντης και ο Μεγάλος Κανόνας

Σ’ ένα δρόμο της συνοικίας «Ράχη» στην Πορταριά έχει δοθεί το όνομα του Αλεξάνδρου Παπαδιαμάντη. Ήταν τόσο μεγάλη η προσωπικότητα του Παπαδιαμάντη στο χώρο της Ελληνικής Λογοτεχνίας, ώστε αρκούσε αυτό και μόνο να εξηγήσει την ονοματοδοσία αυτή. Η αφορμή όμως στο να δοθεί το όνομα του Παπαδιαμάντη σ’ αυτό το δρόμο ήτανε η παρακάτω:

Ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης είχε έναν αδελφό, το Γιώργη, που είχε παντρευτεί στην Πορταριά και σ’ αυτή εγκαταστάθηκε. Διετέλεσε επί πολλά χρόνια γραμματέας της Κοινότητας Πορταριάς, τότε Δήμου Ορμινίου. Το σπίτι που καθότανε ήταν στην μικρή πλατεία, όπου η θολωτή βρύση και ο μεγάλος πλάτανος της «Ράχης», απέναντι από το αρχοντικό του Τσοποτού, τώρα ξενοδοχείο «Δεσποτικό». Έτσι ο εκφραστής του ταπεινού, του αυθεντικού και αδιάφθορου ελληνικού κόσμου, ο κοσμοκαλόγερος Αλ. Παπαδιαμάντης, είχε επισκεφθεί πολλές φορές την Πορταριά, για να δει τον αδελφό και τα ανήψια του.

Με την ευκαιρία αυτή αξίζει να σας διηγηθώ ένα ανέκδοτο για τον Αλ. Παπαδιαμάντη, που ο παππούς μου ο παπα Αντώνης, παπάς στον Ιερό Ναό των Αγίων Αναργύρων Πορταριάς, από το 1890 έως το 1942, μας είχε διηγηθεί.
Ποια χρονιά ακριβώς συνέβη, δεν το ξέρω. Το παραθέτω όπως μας το διηγήθηκε ο παππούς μου.

Ήτανε Μεγάλη Σαρακοστή, ημέρα Τετάρτη, που διαβάζεται στην Εκκλησία, στον Εσπερινό, ο Μεγάλος Κανόνας του Αγίου Ανδρέου Κρήτης. Βγήκε στην Ωραία Πύλη ο παππούς μου με το βιβλίο στο χέρι, που περιείχε το Μεγάλο Κανόνα, και με το φως της λαμπάδας άρχισε να διαβάζει τα τροπάρια. Ψάλτη δεν είχε και τα τροπάρια έπρεπε να τα διαβάσει μόνος του. Και ήτανε πάρα πολλά.
Διάβασε το πρώτο και πήρε μια βαθειά ανάσα, έτοιμος ν’ αρχίσει το δεύτερο, όταν κάποιος, που στεκότανε όρθιος από το δεξιό μέρος, μπροστά στην κολόνα της εκκλησίας, άρχισε να ψάλλει το δεύτερο τροπάριο. Ο παππούς μου ξαφνιάστηκε λίγο και προχώρησε στο τρίτο. Ο άγνωστος απήγγειλε από στήθους το τέταρτο. Ο παππούς μου, με αγωνία που αυξανόταν, διάβασε την πέμπτη στροφή και ο άγνωστος απήγγειλε από στήθους την έκτη, και ούτω καθεξής, μέχρι το τέλος του μακρού Μεγάλου Κανόνα. Ο παππούς μου διαβάζοντας από το βιβλίο και ο άγνωστος απ’ έξω, χωρίς βιβλίο. Κρύος ιδρώτας περιέλουσε τον παππού μου. Αυτός μετά δυσκολίας, κάτω από το ισχνό φως της λαμπάδας, κατόρθωνε να αναγνώσει τα τροπάρια, ενώ ο άγνωστος δεν εκόμπιαζε καθόλου και τα απήγγελλε μεστά περιεχομένου. Ο φόβος του έβαλε την ιδέα ότι ο ξένος ήταν άγγελος Κυρίου, σταλμένος από το Θεό να ελέγξει αν επιτελεί σωστά το έργο του. Και πρόσθετε ο παππούς μου: «Ήμουν και νέος παπάς…».
Τελείωσε ο Μεγάλος Κανόνας, μπήκε ο παππούς μου μέσα στο Ιερό να βγάλει το πετραχήλι και έως ότου βγει έξω ο άγνωστος είχε εξαφανιστεί. Πράγμα που εμπέδωσε, στη αρχή, την υποψία του αγνού ιερέα για την εξ ουρανών προέλευση του αγνώστου. Το μόνο που, μέσα στην ταραχή του, μπόρεσε να κρατήσει ήτανε το φτωχικό ντύσιμο του απόκοσμου ξένου. Ρώτησε και έμαθε στη συνέχεια ότι αυτός ο άγνωστος, που τόσο συντάραξε τον παππού μου με τις γνώσεις και το παρουσιαστικό του, ήταν ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, ο αδελφός του Γιώργη, του γραμματέα της Κοινότητας. Πήγε την άλλη μέρα στο σπίτι του αδελφού του για να τον γνωρίσει και είχε να το λέει για την απλότητα του, την ταπεινοφροσύνη του και τη σοφία του.

Να λοιπόν που το χωριό συνδέεται με δεσμούς αίματος με τον μεγάλο Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη και πολύ σωστά δόθηκε το όνομα σε ένα δρόμο της συνοικίας που έμενε ο αδελφός του Γιώργης.

Γιώργος Δ. Τσιμπανούλης, Δικηγόρος, Φύλλο υπ’ αρ. 4 της έκδοσης ΠΟΡΤΑΡΙΑ, Ιανουάριος 1999

ΑΚΟΥΣΤΙΚΑ ΑΝΓΝΩΣΜΑΤΑ!


ΚΛΙΚ στην εικόνα...


ΠΗΓΗ: https://toanagnostikotisgalilaias.gr/

Σάββατο 6 Φεβρουαρίου 2021

"ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟ ΜΑΝΙΦΕΣΤΟ" -Που είναι οι Έλληνες;

«Πνευματικό μανιφέστο»

Που είναι οι Έλληνες;

Του Γιώργου Θεοτοκά*



«Είμαστε τσακισμένοι, μαραμένοι, χαμένοι μεσ’ τον κυκεώνα της σύγχρονης ζωής. Κανείς δεν περιμένει κάτι καλό από την Ελλάδα. Καμία ελπίδα πουθενά»


«Την έλλειψη αληθινής ανάπτυξης, φανερώνει καλά και η έλλειψη ανοχής και ψυχραιμίας που χαρακτηρίζει σχεδόν πάντα τις ελληνικές συζητήσεις. Όταν εκδηλωθεί μια διαφωνία, η πρώτη δουλειά των Ελλήνων είναι να αρνηθούν ολότελα τη σημασία του αντιπάλου. Πώς μπορεί να είναι σοβαρό υποκείμενο αφού τολμά να λέει όχι όταν εμείς λέμε ναι; Να πάει πρώτα να μάθει γράμματα κι ύστερα να έρθει να συζητήσει μαζί μας.

Αυτό δεν είναι όλο. Τον αρνούνται και ως άτομο. Είναι φαύλος και κακόπιστος. Είναι κουτός. Είναι παλαβός. Είναι αίσχος για την Ελλάδα να υπάρχει ένα τέτοιος άνθρωπος. Είναι δημόσιος κίνδυνος. Πρέπει να εκλείψει οπωσδήποτε, να εξολοθρευτεί, να καταργηθεί, να μην μείνει κανένα ίχνος του στο πρόσωπο της Γης. Δεν κατορθώνουν να πιστέψουν οι Έλληνες ότι ένας άνθρωπος που σκέπτεται διαφορετικά από αυτούς μπορεί να είναι πολύ άξιος, πολύ έντιμος, πολύ χρήσιμος άνθρωπος. Άξιοι, έντιμοι, χρήσιμοι είναι μονάχα αυτοί που συμφωνούν μαζί μας. Οι άλλοι όλοι: φωτιά και τσεκούρι!

Παρασκευή 29 Ιανουαρίου 2021

ΧΡΗΣΤΟΣ ΒΑΚΑΛΟΠΟΥΛΟΣ

Μπορεί να είναι εικόνα 1 άτομο

Του Κώστα Χατζηαντωνίου

Μοιάζει απίστευτο πως περάσανε κιόλας είκοσι οκτώ χρόνια από τον πρόωρο χαμό του κορυφαίου πεζογράφου της γενιάς του, του Χρήστου Βακαλόπουλου. Του πρώτου που αντελήφθη, στο πάντα προοδευτικό χωριό μας, ότι τα ιδεολογήματα της προόδου είχαν ρημάξει έναν τόπο μυθικό και αποφάσισε να μιλήσει, όχι για να αντιπαραβάλει κάποια συντηρητικά ιδεολογικά αξιώματα, όχι για να νοσταλγήσει ή να εκποιήσει, αλλά για να θυμίσει πραγματικά περιστατικά, αληθινά βιώματα και καίρια γεγονότα. Και το έκανε όχι με λόγο αφοριστικής κριτικής ή θεμιτής δοκιμιακής αυθαιρεσίας αλλά με κάτι απείρως δυσκολότερο και λαμπρότερο: μέσω ενός μυθιστορήματος που συνιστά όριο στη μεταπολεμική μας πεζογραφία. 

Ήταν στα 1991 που εκδόθηκε «Η γραμμή του ορίζοντος» κι ένα δροσερό αεράκι φύσηξε με πρόσωπο που είχε αρχαίο όνομα και επώνυμο βυζαντινό: ήταν η ηρωίδα του "Ρέα Φραντζή" και μαζί της μια ολόκληρη εποχή, όταν ακόμη οι άνθρωποι ήταν ντροπαλοί, όταν ακόμη υπήρχε η Κυψέλη και η Ελλάδα πριν τις συντρίψει ο πλανήτης γη. Ο Βακαλόπουλος αντελήφθη εγκαίρως ότι το έργο του δεν έπρεπε να είναι μια ακόμη ατομική εμπειρία. Αντελήφθη ότι μεγάλος δημιουργός είναι αυτός που εκφράζει τα αισθήματα και τις ιδέες του συλλογικού μας προσώπου. Αυτός που βασανίζεται δριμύτερα από τον καθένα για τον κοινό πόνο που συνιστά την ενότητά μας και έχει τη δωρεά να αποτυπώνει αυτόν τον πόνο με αισθητική αρτιότητα. Μια δωρεά που τέρπει τον αναγνώστη στη σχόλη, τον παραμυθεί στη θλίψη, τον ανυψώνει όταν στοχάζεται. Να τι μας χάρισε για να μας συντροφεύει στα ανέφικτα όνειρα και στα εφικτά πάθη μας κι ας μη μας παρηγορεί γιατί έχουμε είκοσι οκτώ χρόνια να τον δούμε…

Πέμπτη 14 Ιανουαρίου 2021

Μνήμη Ν.Γ.Πεντζίκη: Ο Ηλίας Πετρόπουλος για τον Ν.Γ.Πεντζίκη


Από Σπύρος Κουτρούλης


Ο Ηλίας Πετρόπουλος γράφει: 
«δεν χρησιμοποιώ γιαυτήν την σχέση την λέξη φιλία. Η σχέση μου με τον Πεντζίκη υπήρξε σαφώς ιεραρχική. Δηλαδή, ο Πεντζίκης ήτανε στρατηγός κι εγώ φαντάρος. Δηλαδή, ο Πεντζίκης ήτανε δάσκαλος κι εγώ μαθητούδι. Όταν πρωτογνώρισα τον Πεντζίκη ήμουνα είκοσι χρονώ κι αυτός είχε πατήσει τα σαράντα. Το 1959 αφιέρωσα ένα κείμενο μου στον δάσκαλο Ν.Γ.Πεντζίκη. Και μες στο βιβλίο μου Ελύτης Μόραλης Τσαρούχης πάλι τον αποκαλώ διδάσκαλο. Αργότερα, όταν λογοτεχνικώς ανδρώθηκα, διάφοροι καλοθελητάδες με συμβούλευαν να μην αποκαλώ τον Πεντζίκη δάσκαλο, γιατί αυτό αντίκειται στο συμφέρον μου κτλ.κτλ. Τώρα, λοιπόν , δηλώνω και διαβεβαιώνω ότι, ο Πεντζίκης όντως υπήρξε δάσκαλός μου και είναι μεγάλη μου τιμή που αξιώθηκα νάμαι ταπεινός του μαθητής. Και πρέπει να προσθέσω ότι, ως το τέλος της μαθητείας μου εμίλαγα με τον Πετζίκη στον πληθυντικό, γιατί ήξερα πολύ καλά πως αυτός έδινε κι εγώ έπαιρνα. Αυτό το λέω για να τ’ ακούσουν τα σημερινά αναιδέστατα κωλόπαιδα, που αγνοούν την αυστηρή εσωτερική ιεραρχία της λογοτεχνικής και καλλιτεχνικής κάστας» . 

Αυτό όμως που απεκόμισε ο ίδιος από τον Πεντζίκη ήταν η όρασή του, η εικαστική του αντίληψη περί πραγμάτων, ο τρόπος που κοίταζε και έβλεπε.

 «Ο Πεντζίκης μου έμαθε να έχω τα μάτια μου ανοιχτά. Ο Πεντζίκης μου έδειξε πώς να χρησιμοποιώ τα μάτια μου. Περαιτέρω, από τον Πεντζίκη συνήθισα να βλέπω λοξά, διαγωνίως , παρανοϊκά, αξονομετρικά, ανορθόδοξα. Ο Πεντζίκης δεν είναι παντογνώστης. Και τα κενά της παιδείας του και των ενδιαφερόντων του είναι απροσδόκητα. Ωστόσο, από τον Πεντζίκη εγνώρισα την Θεσσαλονίκη πέτρα την πέτρα. Κι όταν ήρθε ο καιρός να γνωρίσω (ένεκα άλλων στόχων) την Αθήνα και τον Πειραιά, την Καβάλα και το Παρίσι, είχα ήδη αρκετή πείρα. Την βυζαντινή τέχνη, επίσης, κοντά στον Πεντζίκη την εσπούδασα. Γιατί, ο Πεντζίκης είναι ο δημιουργικός σπεσιαλίστας της βυζαντινής τέχνης, κι όχι οι διάφοροι Ξυγγόπουλοι. Από τον Πεντζίκη άκουσα ολόκληρες ιστορίες για μυθικά πρόσωπα της λογοτεχνίας μας: πως εγνώρισε τον Παλαμά, πως φερότανε ο Ψυχάρης, πως συνάντησε τον Σκαρίμπα, κι άλλα τέτοια. Ο Πεντζίκης δεν είχε ποτέ του άμεσα λαογραφικά ενδιαφέροντα, αλλά οφείλω να πω ότι, ανέκαθεν οι καλύτεροι φίλοι μου ήσανε ζωγράφοι και από τους ζωγράφους έκλεψα το μέγα δώρον της παρατηρητικότητας. Δεν μπορώ να συνεχίσω έτσι. Διανύω την έκτη δεκαετία της ζωής μου και δύναμαι να ισχυριστώ ότι σχετίστηκα με τους σημαντικότερους νεοέλληνες καλλιτέχνες και λογοτέχνες. Κανείς τους δεν με εντυπωσίασε όπως ο Πεντζίκης» .

Ο κυρ Νίκος, Γαβριήλ Πεντζίκης (Αφιέρωμα)

Νίκος Γαβριήλ Πεντζίκης

Αφιέρωμα της Σοφίας Ντρέκου

Ο Νίκος Γαβριήλ Πεντζίκης (30 Οκτωβρίου 1908 - 13 Ιανουαρίου 1993) γεννήθηκε, έζησε και πέθανε στη Θεσσαλονίκη. Σπούδασε στο Παρίσι Φαρμακολογία και διατηρούσε για πολλά χρόνια ένα πασίγνωστο φαρμακείο στη Θεσσαλονίκη, που υπήρξε κέντρο λογοτεχνικών συνερεύσεων.

Ο Πεντζίκης αποτελεί μια ιδιάζουσα και ξεχωριστή μορφή των ελληνικών γραμμάτων που με την πάροδο των χρόνων παίρνει τη θέση που η σύγχρονή του κριτική τού είχε στερήσει. Το όλως ιδιότυπο ύφος του διακρίνει επίσης και τα ζωγραφικά του έργα.

Αυτοβιογραφία του Νικολάου Γαβριήλ Πεντζίκη 

«Γεννήθηκα στα 1908. Πήγα σχολείο μονάχα στην Στ' Δημοτικού, διδαχθείς κατ’ οίκον. Oι οικοδιδάσκαλοί μου, μου εμφύτευσαν την αγάπη στη Γεωγραφία και το Δημοτικό τραγούδι.

Δεκατεσσάρων χρονών έγραψα μιά Παγκόσμια Γεωγραφία. Eν συνεχεία άρχισα να γράφω εκφραζόμενος προσωπικά πάνω στο σχήμα «H Λαφίνα» και του «Κίτσου η μάνα». Θαύμαζα τον Καρκαβίτσα για το ότι μνημόνευε και εκμεταλλευόταν πάρα πολλές παραδόσεις μας.

Φοιτητής στο Παρίσι, η νορβηγική και γενικώτερα η σκανδιναυϊκή συμβολιστική λογοτεχνία μ’ επηρέασε και άρχισα να κινούμαι σε άλλο επίπεδο. Τότε ήταν που διάβασα και το θεατρικό έργο του Λουίτζι Πιραντέλλο «Έξι πρόσωπα ζητούν συγγραφέα».

Στο Στρασβούργο, συνεχίζοντας τις σπουδές μου, μου επεβλήθη ο Γάλλος Κλωντέλ. Από το 1936 και μετά, πέρασα σε άλλον κόσμο με τους βυζαντινούς χρονογράφους.

Από τους αρχαίους Έλληνες, επειδή ποτέ δεν υπήρξα ευφυής και έξυπνος, εκτός από τον Πίνδαρο και προπαντός τον Όμηρο, σε κανέναν άλλον απάνω δεν στηρίχτηκα.

Mιας εξ αρχής η τάση μου ήταν μυθικής και παραμυθικής ερμηνείας των εγκοσμίων. Tα βιβλία που εξέδωσα, ορίζουν σειρά συναισθηματικών απογοητεύσεων. Αυτό άλλωστε μ’ έκανε ολοένα και φανατικώτερο υπηρέτη και μιμητή των βυζαντινών συγγραφέων.

Τρίτη 12 Ιανουαρίου 2021

“O δύστυχος Σκιαθίτης λιγάκι πριν τον Θάνατο”: Οι τελευταίες μέρες του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη από την πένα του Καρούζου και του Μαλακάση


Συ, που θάμπωσες τον ήλιο, που σ’ εζήλεψ’ η αυγή,

Σπέρμα ουράνιο, ριχμένο, που εβλάστησες στη γη…(1)

Πρόλογος – επιμέλεια: Σπύρος Δημητρίου

Εκατόν δέκα χρόνια συμπληρώθηκαν στις 3 του Γενάρη,  από την κοίμηση του μεγάλου Σκιαθίτη, του Άγιου των Ελληνικών Γραμμάτων, του κυρ Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη. Πέρασε μέσα από τις θύελλες της ζωής του, στην ιστορία του Νέου Ελληνισμού φτάνοντας ως τις μέρες μας, λιτός, σκυφτός, απέριττος,  για την αθανασία της τέχνης. Με το έργο του εξέφρασε την φύση της Πατρίδας και το ήθος της αυθεντικής ζωής του Νεοέλληνα που βρίσκεται σε αρμονία με την ιστορική παίδευση κάτω από τον θόλο της Ορθοδοξίας.

Δεν είναι η προγονοπληξία και η πίστη με την στενή έννοια  που προβάλλει,  αλλά ο πολιτισμός κι η παράδοση που δίνουν το στίγμα, την ιδιοπροσωπία μας ως λαού και ως Έθνους. Γι αυτό  κι η λογοτεχνία κι οι λογοτέχνες, στα χρόνια που ακολούθησαν δεν έπαψαν να διαιωνίζουν το έργο του, να τον τιμούν,  ανεξαρτήτως της οπτικής που ο καθείς έχει. Αυτό το ενωτικό, το μαζί που είναι σπάνιο σε μας,  το πέτυχε  ο κυρ Αλέξανδρος  καταφέρνοντας  να μας αποκαλύψει την ουσία της ζωής, την ουσία του πνεύματος που είναι η υψηλή ποίηση με απλά όμως υλικά όπως η αλήθεια, η «ιερή ζωή», το φως, το ελληνικό φως, η  ελληνική ύπαιθρος, το νησί του.

Ο “ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ” ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΗ ΒΥΤΩΡΟΠΟΥΛΟΥ

Ο μεγάλος Σκιαθίτης, λοιπόν,  άφησε το νησί του και σεργιάνισε το λεπτό του σαρκίο, τη μοναχική και δύσκολή ζωή του εις τας Αθήνας, από την Δεξαμενή μέχρι κάτω από τον βράχο της Ακρόπολης. Σπούδασε, έγραψε, συνομίλησε, αφουγκράστηκε το χτύπο της ζωής σε δρόμους και σοκάκια της πόλης , σε καφενεία και ταβέρνες,  αντάμα με απλούς ανθρώπους και συνοδεία λίγων κι εκλεκτών.  Ο ποιητής Μιλτιάδης Μαλακάσης, συνοδοιπόρος στην τέχνη μα συνάμα φίλος απ’ τους λίγους  του κυρ Αλέξανδρου,  γράφει στο περιοδικό της «Νέας Εστίας» τις θύμισες  για τις περιπλανήσεις τους στην Αθήνα της εποχής:

«Σε όλα δε αυτά τα κέντρα, τα φτωχομάγαζα, τα λαϊκά και απλά ο κύρ Αλέξαντρος ήτανε το είδωλο. Πολλές φορές έτρωγε, εσηκώνονταν, έφευγε, σκυθρωπός και αμίλητος, πολλές φορές και χωρίς να αποχαιρετήση και κανέναν. Όταν έφευγε, ο καταστηματάρχης εσημείωνε την τιμή του λιτού του γεύματος σ’ ένα ανοιχτό μπροστά του βιβλίο των πελατών του. όπου πήγαινε για φαγητό, ήξερε πως θα έφευγε ανενόχλητα. Τις μεγάλες γιορτές, τόσον ο κύριος Πρόεδρος, ο αμαξάς, όσο και διάφοροι μικρομπακάληδες, που τον σερβίριζαν  τις καθημερινές, τον προσκαλούσαν να φάγη στο σπίτι των, οικογενειακώς. Πολλές φορές αποδέχονταν , προ πάντων αν εκτιμούσε το κρασί των». (2)

Δευτέρα 24 Αυγούστου 2020

Η ειρωνεία με το «Φαρενάιτ 451»



ΝΙΚΟΛΑΣ ΖΩΗΣ


Ο Ρέι Μπράντμπερι, ο οποίος πέθανε το 2012, τιμάται σήμερα από βιβλιοθήκες των ΗΠΑ με μια μαραθώνια ανάγνωση του διάσημου βιβλίου.


Το 1920, γεννήθηκε στο Ιλινόις ένας συγγραφέας που εισήλθε στην επικράτεια της γραφής από μια λοξή οδό. Ο Ρέι Μπράντμπερι δεν μεγάλωσε σε οικογένεια βιβλιοφάγων, όμως στο περιβάλλον του άκουγε πολλές ιστορίες. Τα πρώτα του αναγνώσματα δεν ήταν κλασικά έργα, αλλά αφηγήσεις τρόμου και επιστημονικής φαντασίας. Λόγω οικονομικών δυσκολιών δεν σπούδασε, ωστόσο, όπως είχε δηλώσει, «όλη μου η εκπαίδευση ήταν στις βιβλιοθήκες». Η αλήθεια είναι ότι τις τελευταίες τις τίμησε, μελετώντας στα έδρανά τους ή στηρίζοντας τον εκσυγχρονισμό τους. Πλέον, ήρθε η σειρά τους να τον μνημονεύσουν: η βιβλιοθήκη του Κογκρέσου και αρκετές άλλες των ΗΠΑ διοργανώνουν σήμερα έναν μαραθώνιο ανάγνωσης του δημοφιλούς μυθιστορήματός του «Φαρενάιτ 451», που θα διαβαστεί από ηθοποιούς και συγγραφείς και θα μεταδίδεται από τη σελίδα raybradburyreadathon.com.

Μερικοί το γνωρίζετε ήδη: οι 451 βαθμοί της κλίμακας Φαρενάιτ είναι η θερμοκρασία στην οποία καίγεται το χαρτί. Το μυθιστόρημα του Μπράντμπερι, δημοσιευμένο στη μακαρθική Αμερική του 1953, μας μεταφέρει σε μια δυστοπική μεγαλούπολη, όπου τα βιβλία παραδίδονται στις φλόγες εντεταλμένων πυρονόμων, όπως ο πρωταγωνιστής Γκάι Μόνταγκ, προκειμένου να εξαλειφθεί κάθε επικίνδυνη ιδέα από τις σελίδες τους, κάθε διάθεση για αναζήτηση που καλλιεργείται από την ανάγνωσή τους. Αν υπάρχει κάτι διαχρονικό σε όλα αυτά, το εξηγεί ο Βασίλης Δουβίτσας, μεταφραστής του «Φαρενάιτ 451» στην έκδοση της «Αγρας» (2012). «Στοιχεία που στο βιβλίο περνούν ως νύξεις επιστημονικής φαντασίας, τελικά επαληθεύθηκαν, ειδικά την τελευταία δεκαετία, μέσα την επιτήρηση ή την απαξίωση της λογοτεχνίας» λέει. «Το μήνυμα του βιβλίου, όμως, δεν είναι τόσο ότι τα βιβλία απαγορεύτηκαν από κάποια κυβερνητική εντολή, όπως στο “1984”, αλλά ότι ο κόσμος τα απαξίωσε λόγω μιας κουλτούρας καταναλωτισμού, που έβαλε την προσωπική αναζήτηση σε δεύτερη μοίρα».
Το βιβλίο περιγράφει έναν κόσμο όπου τα βιβλία καίγονται ώστε να εξαλειφθεί κάθε διάθεση για στοχασμό.

Η πατριωτική παρακαταθήκη του Μιχάλη Χαραλαμπίδη

Η πατριωτική παρακαταθήκη του Μιχάλη Χαραλαμπίδη 29|03|2024  Λίγες  είναι οι πολιτικές μορφές της Μεταπολίτευσης που έχουν μείνει καθαρές, α...