του Θεόδωρου Ε. Παντούλα
“«Ο τόπος μας είναι κλειστός» λέει ο ποιητής. Η Ήπειρος είναι τόπος κλειστός. Ο τόπος είναι κλειστός –οι Ηπειρώτες όχι. Οι Ηπειρώτες είναι σκληροί αλλά έντιμοι. Απότομοι αλλά ειλικρινείς. Μετρημένοι αλλά εργατικοί. Φειδωλοί στα εύκολα λόγια και αφειδώλευτοι στην προσφορά, με παροιμιώδη φιλοπατρία και αταλάντευτη προσήλωση στην διευρυμένη οικογένεια και την οικεία παράδοση.
Ο τόπος μας είναι κλειστός και οι κοινωνίες μας παραδοσιακές -όχι κλειστές. Οι Ηπειρώτες κι οι Ηπειρώτισσες δυσπιστούμε στο καινοφανές αλλά δεν το απορρίπτουμε άκριτα. Όταν αξίζει το δεξιωνόμαστε.
Είμαστε περήφανοι για την καταγωγή μας. Για όλους εκείνους τους γνωστούς και τους άγνωστους συντοπίτες μας, που σε καιρούς δύσκολους σήκωσαν στους ώμους την Πατρίδα με ευεργεσίες κι ατίμητους αγώνες. Νιώθουμε περήφανοι που είμαστε Ηπειρώτες κι Ηπειρώτισσες –κι ας μην αναμετριόμαστε εμείς οι εκριζωμένοι καθημερινά με την βαριά κληρονομιά μας.
Σε μια τέτοια κοινωνία, βαθιά παραδοσιακή, θα περίμενε κανείς να πρωταγωνιστούν οι άνδρες αλλά δεν είναι λίγες οι φορές που οι Ηπειρώτισσες κέρδισαν επάξια, με τους αγώνες και τις θυσίες τους, άλλοτε την προσοχή κι άλλοτε την ευγνωμοσύνη μας.
Είναι οι μικρομάνες, οι κυράδες που απλόχερα ξόδεψαν τον εαυτό τους στην καθημερινή προσφορά. Αυτή την προσφορά που δεν απαιτεί ατομική προβολή και κοινωνική καταξίωση, που γίνεται από περίσσευμα καρδιάς κι αρχοντιάς.
Τις ξέρουν όλοι οι Ηπειρώτες αυτές τις γυναίκες. Είναι οι μάνες τους, οι αδελφές τους, οι γυναίκες τους, οι θυγατέρες τους. Είναι όμορφα σεμνές αλλά ο λόγος τους κοπίδι. Πρόθυμες, καρτερικές, παραμυθητικές. Πρόσωπα οικεία της αγρύπνιας και της μέριμνας. Πρόσωπα ἀλλοτε πένθιμα κι άλλοτε συγκρατημένα χαμογελαστά, μα πάντοτε αγέρωχα. Σεβάσμιες γερόντισσες, πρόσωπα σχεδόν συμβολικά. Ανύσταχτες συνειδήσεις του τόπου μας και του κάποτε τρόπου μας, με τις ρίζες τους βαθιά μέσα στο χώμα της μικρής μας πατρίδας. Ρωμιές από τις λίγες.
Κι εκτός από καύχημα και βάλσαμό μας οι γυναίκες αυτές γίνονται πού και πού έγνοια μας να μην φανούμε πολύ λιγότεροι από το δικό τους μεγαλείο, ένα μεγαλείο που δεν απαιτεί αλλά δωρίζεται”.
Ένα τέτοιο μεγαλείο κι ένα τόσο μεγάλο δώρο μας πρόσφεραν οι γυναίκες της Ηπείρου, τότε που ο βίος δεν ήταν φιλοτομάρης, αγωνιζόμενες να μην μαγαριστεί το ψωμί που τάιζαν τα παιδιά τους. Αυτές ήταν που ζαλικώθηκαν όχι μόνο το βάρος του αγώνα, αλλά και το βάρος της ορφάνιας, της χηρείας και τις αγκούσες μιας ζωής που ποτέ δεν βλαστήμησε την φτώχεια της.
Ετούτες είναι που μέσ’ στα σκοτεινά έδειξαν το δρόμο της Ελευθερίας, ετούτες είναι που απελπίσαν την απελπισιά «στο παραθύρι ορθές σφίγγοντας το μαντήλι τους».
Ετούτες είναι που στο καθάριο βλέμμα τους ξεπλένουμε τις δειλίες της άκαπνης ζωής μας.
Κι είμαστε πολλά υπερήφανοι, όχι επειδή τα τίμια χέρια τους κάποτε χάιδεψαν τις κεφαλές μας, αλλά που ορμηνεμένοι από τις μανάδες μας προλάβαμε να τους τα φιλήσουμε.
Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου