Θα προσεγγίσουμε την εκλογή νέου προέδρου του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ και τα ζητήματα που θέτει, μέσα από τις ακόλουθες διαστάσεις: Την πολιτική διαδρομή, την αναμέτρηση για την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, την επόμενη μέρα. Αρχικά σε δύο κείμενα θα εξεταστούν στιγμές της πολιτικής διαδρομής του Νίκου Ανδρουλάκη, μέσα από την οπτική του μαζικού κόμματος, επειδή είναι ο πρώτος πρόεδρος του χώρου, γέννημα-θρέμμα αποκλειστικά της κομματικής οργάνωσης.
Σε επόμενα κείμενα θα αναφερθούμε σε θέματα της αναμέτρησης για την ηγεσία στο χώρο του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ και ζητήματα της επόμενης μέρας. Βασικό αναλυτικό σχήμα στη θεωρία των πολιτικών κομμάτων, είναι το κόμμα μαζών ή με εμπειρικούς όρους, ορθότερα ίσως, το μαζικό γραφειοκρατικό κόμμα. Ο Μωρίς Ντυβερζέ στην πραγματεία του για τα “πολιτικά κόμματα” στη δεκαετία 1950, προχωρά στην κλασική τυπολογία του κομματικού φαινομένου, όπου αναλύει το “κόμμα μαζών”.
Νωρίτερα στις αρχές του 20ου αιώνα, ο Ρόμπερτ Μίχελς στο βιβλίο “Κοινωνιολογία των πολιτικών κομμάτων στη σύγχρονη δημοκρατία” (Γνώση, 1997), μελετώντας συγκεκριμένα τη λειτουργία του πλέον μαζικά οργανωμένου κόμματος της εποχής του, του SPD, προβαίνει σε καίριες επισημάνσεις για τη διαμόρφωση και τα χαρακτηριστικά της κομματικής γραφειοκρατίας.
Η ευρωπαϊκή ιστορία του 20ου αιώνα είναι συνδεδεμένη με το φαινόμενο του μαζικού γραφειοκρατικού κόμματος, ως τρόπου μαζικής συμμετοχής στην πολιτική διαδικασία. Το γραφειοκρατικό κόμμα στη δημοκρατική του εκδοχή πάντοτε, συνδέθηκε με το καθολικό εκλογικό δικαίωμα, την βιομηχανική κοινωνία και αφετηριακά με τη σοσιαλιστική/σοσιαλδημοκρατική πολιτική οικογένεια.
Η ελληνική ιδιομορφία
Για ακαδημαϊκή προσέγγιση στη θεωρία των πολιτικών κομμάτων, το βιβλίο του Κώστα Ελευθερίου, “Το Πολιτικό Κόμμα” (ΕΝΑ, 2021), προσφέρει πολύ καλή εισαγωγή. Η ελληνική περίπτωση είχε ιδιομορφίες σε σχέση με την ευρωπαϊκή εμπειρία. Στο ελληνικό κράτος υπήρξε καθολικό εκλογικό δικαίωμα (στον ανδρικό πληθυσμό) νωρίτερα από όλη την Ευρώπη. Όχι από το Σύνταγμα του 1844, όπως συνήθως αναφέρεται, αλλά από τα χρόνια ήδη της Επανάστασης, πριν την τυπική συγκρότηση του νέου ελληνικού κράτους, για ένα συνδυασμό από λόγους που δεν είναι του παρόντος. Γι’ αυτό και η ισχυρή πολιτική κουλτούρα του δημοκρατισμού.
Η ασθενής βιομηχανική ανάπτυξη, αλλά και τα συγκεκριμένα στοιχεία του εθνικού ζητήματος, είχαν σαν αποτέλεσμα το εργατικό κίνημα να έχει διαφορετικά εν μέρει χαρακτηριστικά τόσο οργανωτικά, όσο και κατεύθυνσης-φυσιογνωμίας σε αρκετές στιγμές της ιστορίας του, από τα αντίστοιχα ευρωπαϊκά. Τέλος, από τη δεκαετία 1930 και μετά, η Αριστερά μονοπωλήθηκε από την τριτοδιεθνιστική παράδοση, κάτι που δεν αποτέλεσε μάλλον την εξαίρεση σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Δεν είναι τυχαίο ότι μαζικό σοσιαλιστικό πολιτικό ρεύμα στην Ελλάδα εμφανίστηκε σε μια περίοδο που βρισκόταν σε εξέλιξη ήδη από δεκαπενταετίας μια βιομηχανικού τύπου συσσώρευση κεφαλαίου-συγκεντροποίηση παραγωγής με όψεις δυτικού τύπου κι όταν το επέτρεψαν οι πολιτικές συνθήκες με την πτώση της δικτατορίας. Η εργατική τάξη, ιδίως στη βιομηχανική της εκδοχή, υπήρξε από τις βασικές συνιστώσες του ΠΑΣΟΚ με όρους πολιτικούς και οργανωτικούς.
Παράδοξα και αντιθέσεις του ΠΑΣΟΚ
Το ΠΑΣΟΚ είχε (και) εργατική ταυτότητα, χωρίς να έχει εργατίστικη ιδεολογία. Η οργάνωση σημαντικού μέρους της εργατικής τάξης στο κόμμα, πολύ υπέρτερη οποιουδήποτε άλλου, αποτέλεσε βασικό στοιχείο της μαζικοποίησης του ΠΑΣΟΚ, αλλά και της εσωκομματικής του ζωής, ιδίως τη δεκαετία 1980. Η Γ’ Ελληνική Δημοκρατία συγκροτήθηκε και λειτουργεί πρωτίστως ως “δημοκρατία των κομμάτων” και το ΠΑΣΟΚ υπήρξε το κατ’ εξοχήν μαζικό γραφειοκρατικό κόμμα, σε μια κοινωνία-οικονομία παροχής υπηρεσιών, με ισχυρή μικροϊδιοκτητική κοινωνική δομή και ανοιχτά εθνικά ζητήματα.
Το ΠΑΣΟΚ διαμορφώνεται ως μαζικό γραφειοκρατικό κόμμα, έκφραση στο υλικό και το φαντασιακό επίπεδο των διαιρετικών τομών του 20ου αιώνα. Βενιζελισμός, ΕΑΜ, αντιδεξιά της δεκαετίας 1960. Η ενότητα του εθνικού με το κοινωνικό στοιχείο είναι πολύ έντονη στον ιδεολογικό-πολιτικό λόγο του ΠΑΣΟΚ. Η ταξική διάστασή του αφορούσε ένα κοινωνικό μπλοκ δυνάμεων σε ισότιμη, παρατακτική, σχεσιακή βάση, οι λεγόμενοι μη προνομιούχοι.
Η φυσιογνωμία του –και η γραμμή του πολλές φορές– καθορίστηκε από την Εθνική Λαϊκή Ενότητα. Η πολιτική του πρακτική, ως κόμματος εξουσίας, ηγεμονεύεται από την κρατικοποίηση και τον κυβερνητισμό. Παρήγαγε υψηλό επίπεδο οργανωτισμού τόσο στο εσωκομματικό πεδίο, όσο και στους μαζικούς χώρους, ένα όχι ιδιαίτερο ενδιαφέρον για ζητήματα θεωρητικής συγκρότησης με σημαντικές αρνητικές συνέπειες στην πορεία εξέλιξής του, μια πολιτική κουλτούρα δημοκρατισμού και εξισωτισμού.
Το μαζικό γραφειοκρατικό κόμμα υλοποιεί ένα αίτημα αντι-ελιτισμού, διαμορφώνοντας παράλληλα μια κομματική ελίτ-γραφειοκρατία. Τα ανωτέρω στοιχεία υπήρξαν αποτέλεσμα σε μεγάλο βαθμό της εξέλιξης της εσωκομματικής πάλης στο ΠΑΣΟΚ – τα προσεγγίζω αναλυτικά στο βιβλίο μου “Πρώτη φορά Αριστερά. Αντιθέσεις, αντιφάσεις, εσωτερικές συγκρούσεις στο ΠΑΣΟΚ την περίοδο 1974-1990 και οι βάσεις του πολιτικού μεταμορφισμού του” (A.P. Publications, 2017).
Τα πρώτα σημάδια
Αυτά ήταν βασικά ιδεολογικο-πολιτικά και οργανωτικά στοιχεία του ΠΑΣΟΚ ως μαζικού γραφειοκρατικού κόμματος, τα περισσότερα ευρισκόμενα σε υποχώρηση, όταν όσοι από τη γενιά του Ανδρουλάκη εντάχθηκαν στο ΠΑΣΟΚ στα φοιτητικά τους χρόνια. Το κόμμα διατηρούσε τον μαζικό του χαρακτήρα με τοπικές οργανώσεις, κλαδικές και χώρου δουλειάς, σπουδάζουσας και νεολαίας, με παρουσία από ισχυρή έως κυρίαρχη σε συνδικάτα, Αυτοδιοίκηση, επιστημονικούς συλλόγους, επιμελητήρια, πανεπιστήμια κ.α.
Βρισκόταν, όμως, ήδη σε κρίση στις σχέσεις του με κοινωνικά κινήματα, ενώ είχε χάσει σημαντικό μέρος της ισχύος του, αλλά και του βαθμού αυτονομίας του απέναντι στο κράτος, τα ΜΜΕ, καθώς το φαινόμενο της τηλεκρατίας είχε λάβει μεγάλες διαστάσεις. Τα ισχυρά λόμπι συμφερόντων ήδη από τις αρχές της δεκαετίας 1990, όπως εύστοχα είχε επισημάνει από εκείνη την περίοδο ο Μιχάλης Χαραλαμπίδης στην αντιπαράθεσή του με τη συλλογική γραφειοκρατία του κόμματος και περιλαμβάνεται στο βιβλίο του “Από το ΠΑΣΟΚ στο ΚΚΚΑΣΟΡ – Ο εκφυλισμός ενός ιστορικού εγχειρήματος” (Στράβων, 2009).
Η διαδικασία αποδυνάμωσης και απώλειας αυτονομίας του κόμματος θα πιστοποιηθεί με τις διαδικασίες διαδοχής από τον Κώστα Σημίτη στον Γιώργο Παπανδρέου την περίοδο 2003-2004, αλλά και την απόφαση υπαγωγής της χώρας στο μνημόνιο το 2010, η οποία όχι μόνο δεν πέρασε τυπικά, αλλά ούτε καν συζητήθηκε σε συλλογικό κομματικό όργανο.
Η διαδρομή του Ανδρουλάκη στη Νεολαία
Ο Ανδρουλάκης ήταν αγέννητος στις 3 Σεπτέμβρη 1974, δύο χρονών τον Οκτώβριο 1981, δεν είχε τελειώσει την πρωτοβάθμια εκπαίδευση το καλοκαίρι του βρώμικου 1989, ανήλικος ακόμα το 1996, έτος θανάτου του ιδρυτή του ΠΑΣΟΚ και επικράτησης του Κώστα Σημίτη. Δεν πρόκειται μόνον για αλλαγή γενιάς. Ο Ανδρουλάκης είναι ο πρώτος πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, γέννημα-θρέμμα της κομματικής οργάνωσης. Δεν διαθέτει βαρύ κομματικά επώνυμο, δεν του παραδόθηκε “δαχτυλίδι διαδοχής” και δεν έρχεται από προηγούμενες εξωκομματικές διαδρομές. Συνεπώς είναι πολιτικό τέκνο του ΠΑΣΟΚ.
Στα τέλη της δεκαετίας του 1990 αναδεικνύεται κεντρικό στέλεχος της ΠΑΣΠ στο Πανεπιστήμιο Θράκης. Το 2004, μετά το τέλος του 6ου συνεδρίου Νεολαίας ΠΑΣΟΚ, αναλαμβάνει επικεφαλής της εκσυγχρονιστικής τάσης. Το 2005 ο Γιώργος Παπανδρέου, ως πρόεδρος, θα καταργήσει την οργάνωση Νεολαίας. Το στοιχείο αυτό εκ των πραγμάτων καθιστά αδύναμο τον έλεγχο της κεντρικής γραφειοκρατίας επί των οργανώσεων της ΠΑΣΠ, οι οποίες θα συμμετάσχουν ενεργά στο κίνημα των καταλήψεων στα πανεπιστήμια κατά του ν/σ Γιαννάκου (Μάιος-Ιούνιος 2006), όσο και ενάντια στην αναθεώρηση του άρθρου 16 του Συντάγματος (Νοέμβριος 2006-Φεβρουάριος 2007), μετέχοντας στο εκπαιδευτικό κίνημα.
Μαζί με άλλα κομματικά μέλη, που προέρχονταν επίσης από οργανώσεις της Σπουδάζουσας σε παλαιότερες περιόδους (ένας πυρήνας απ’ αυτά τα μέλη θα μορφοποιηθεί στην πολιτική ομάδα “Νέος Αγωνιστής”) θα συγκροτήσουν την συλλογικότητα “Πρωτοβουλία μελών ΠΑΣΟΚ ενάντια στην αναθεώρηση του άρθρου 16 του Συντάγματος (Π-16)”. Σ’ αυτή μετέχει το σύνολο σχεδόν των οργανώσεων και τάσεων της ΠΑΣΠ, η οποία θα συγκρουστεί με τη γραμμή της ηγεσίας του κόμματος που είχε ταχθεί υπέρ της αναθεώρησης, υποχρεώνοντάς την σε αναδίπλωση και αποχώρηση από την διαδικασία στη Βουλή.
Ήταν από τις ελάχιστες φορές στην ιστορία του ΠΑΣΟΚ που η κομματική ηγεσία ηττήθηκε από την κομματική βάση σε μείζονος σημασία ζήτημα. Ο Ανδρουλάκης είναι επικεφαλής της εκσυγχρονιστικής ομάδας της ΠΑΣΠ, συμμετέχοντας ενεργά στο κίνημα ενάντια στην αναθεώρηση του άρθρου 16. Στο συνέδριο επανίδρυσης της Νεολαίας ΠΑΣΟΚ (Απρίλιος 2007), ηγείται της σχετικά ισχυρότερης ομάδας στο συνέδριο, με αποτέλεσμα οι άλλες τέσσερις, αντι-εκσυγχρονιστικής προέλευσης ομαδοποιήσεις, να συσπειρωθούν προκειμένου να μην εκλεγεί γραμματέας ο Ανδρουλάκης.
Αυτό θα αποτυπωθεί συμβολικά στην ψηφοφορία για το άρθρο 16. Ενδεικτική η αντιπαράθεση του απερχόμενου μέλους του Κ.Σ. της Νεολαίας Γιάννη Στεφάνου, που εξέφρασε θέση ενάντια στην αναθεώρηση του άρθρου 16, με τον εκπρόσωπο του κόμματος στο Συνέδριο Κώστα Σκανδαλίδη που εξέφραζε τη θέση του προέδρου του κόμματος Γιώργου Παπανδρέου. Ενδεικτική και η ταλάντευση εκσυγχρονιστών.
Γραμματέας θα εκλεγεί ο Κώστας Πανταζής, προερχόμενος από τον αντι-εκσυγχρονιστικό χώρο. Ανάλογη αντι-εκσυγχρονιστική συσπείρωση θα συμβεί στο συνέδριο της αυτόνομης, από τη Νεολαία ΠΑΣΟΚ, ΠΑΣΠ ένα χρόνο μετά (2008), όπου γραμματέας θα εκλεγεί ο Μιχάλης Νικηφόρος. Σε επόμενο άρθρο θα αναφερθούμε στη μετάβαση του Ανδρουλάκη στο κόμμα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου