Του Βασίλη Στοϊλόπουλου
Στο εξαιρετικά σημαντικό και διαφωτιστικό βιβλίο «Κοσμάς ο Αιτωλός» του Φάνη Μιχαλόπουλου περιγράφεται διεξοδικά γιατί ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός ή Πατροκοσμάς πέρασε στην Ελληνική Ιστορία σαν ο Ελληνορθόδοξος ιερομόναχος, ιερομάρτυρας, ισαπόστολος, θαυματουργός, διαφωτιστής, εθνεγέρτης και «άγιος της Κλεφτουριάς» που στη διάρκεια της τουρκοκρατίας ίδρυσε 250 σχολεία μέσα σε μόλις δεκαέξι χρόνια.
Ένας από τους κυριότερους σκοπούς αυτής της μεγάλης προσωπικότητας του Ελληνισμού υπήρξε «η σπουδή της ελληνικής γλώσσας και η ισχυροποίηση των ασθενών εθνολογικώς και γλωσσικώς διαμερισμάτων της εθνότητας, ιδίως των βορειότερων». Η πίστη του λαού σ΄ αυτόν ήταν τόσο δυνατή που όταν κηρύχτηκε η Επανάσταση του 1821 ακούγονταν το περίφημο δίστιχο: «Βόηθα μας Άγιε Γιώργη και συ Άγιε Κοσμά / να πάρουμε την Πόλι και την Αγια Σοφιά».
Αυτοί που τον εχθρεύονταν και τον πολεμούσαν δεν ήταν όμως μόνο οι Τούρκοι κατακτητές αλλά και Ενετοί, Εβραίοι, αλλά και κοτζαμπάσηδες της περιοχής όπου έδρασε. Μαζί του είχε όμως χιλιάδες πιστούς Χριστιανούς, ακόμα και Μουσουλμάνους.
Η μνήμη του για την τεράστια «ευεργετική δράση» του υπέρ του ελληνικού έθνους παρέμεινε για δεκαετίες ολοζώντανη και μετά τον βίαιο θάνατό του το 1779 στην κρεμάλα, στο Κολικόντασι της Αλβανίας, ύστερα από απόφαση του Κουρτ Πασά.
Ενδεικτικό του σεβασμού προς το πρόσωπό του Πατροκοσμά είναι το περιστατικό της ανακομιδής των λειψάνων του Αγίου από τον Αλή Πασά και τη σχετική λιτανεία μέσα στο αρχοντικό σεράι του, όπως περιγράφει παραστατικότατα ο βιογράφους του Αλή, ο Γάλλος Jeraumer de la Lauce: «Συναντήσαμε στο δρόμο το λείψανο του Αγίου Κοσμά κι ακολουθήσαμε κι εμείς μαζί με τ’ άλλο πλήθος προς το σεράι. (…) Η πομπή τέλος μπήκε στην κεντρική αυλή γιομάτη κι αυτή από πλήθος (…) Οι Έλληνες καλόγεροι πέρασαν από διπλούς στίχους σωματοφυλάκων του Αλή, παρατεταγμένων από δω κι από κει. Φορούσαν τις επίσημες στολές τους κόκκινες και χρυσοκέντητες και στα σιλάχια τους λαμποκοπούσαν τα καθάρια τους άρματα. Ξαφνικά στο ύψος της μεγάλης σκάλας, πούφερνε στο εσωτερικό του παλατιού παρατήρησα ένα θέαμα περίεργο κι ανεκδιήγητο. Εκατό πενήντα χριστιανόπουλα από κείνα, που ζούσαν στο σεράι, ασπροντυμένα κι ολοκάθαρα, χύθηκαν στον πυλώνα του παλατιού, κρατώντας στα χέρια τους ασημένια θυμιατά. Χανούμισσες με τους διάφανους λευκούς φερετζέδες τους βγήκαν πίσω από τα παιδιά. Ανέβαιναν περίπου σε τριακόσιες και στριμώχθηκαν όλες στο βάθος του πυλώνα από δω κι από κει της μεγάλης πύλης της εισόδου. Από μακριά μούκαναν την εντύπωση ομίλων από άσπρα φαντάσματα. (….) Έξαφνα είδα τον Αλή να προχωρεί, έχοντας στο πλευρό του μιαν ωραία ξεσκέπαστη γυναίκα. Ήταν η Κυρά Βασιλική ολόμαυρα ντυμένη, που βημάτιζε σεμνά, πλάι στον τύραννο με δακρυσμένα τα μεγάλα της μάτια και κυττάζοντας χάμω ντροπαλά. Κι ενώ οι καλόγεροι, που σήκωναν το λείψανο ανέβαιναν σιγά τις πέτρινες σκάλες, όλο εκείνο το πλήθος γονάτισε. Πρώτος έδωσε το παράδειγμα ο Αλής. Στον πυλώνα, μέσα στην αυλή, τα παιδόπουλα του σεραγιού, οι σωματοφύλακες κι ο άλλος λαός, στο νεκροταφείον απέναντι, έξω στο δρόμο, χιλιάδες άνθρωποι, προσκυνούσαν τον Άγιο γονατιστοί. Η φωνή του παπά ακούστηκε τότε διακριτή κι ηχηρή : «Από λιμού, λοιμού και πολέμου σώσον ημάς Κύριε». Ο Αλής κι η Βασιλική σηκώθηκαν τότε κι ασπάστηκαν μ΄ ευλάβεια τη γυάλινη θυρίδα της ασημένιας κάσσας. Τα παιδόπουλα κουνούσαν τα θυμιατήρια τους, που γιόμιζαν την ατμόσφαιρα μ΄ άσπρα σύννεφα καπνού. Έπειτα όλοι χάθηκαν στο βάθος του σεραγιού κι ο λαός διαλύθηκε έξω.»
Ο θρύλος του Πατροκοσμά παραμένει ζωντανός ακόμα και σήμερα, ανακηρύχθηκε Άγιος της Ορθόδοξης Εκκλησίας και η μνήμη του εορτάζεται στις 24 Αυγούστου.
(*) Προτάσεις βιβλίων «αυτογνωσίας» για τα 200 χρόνια από τον Μεγάλο Εθνικοαπελευθερωτικό Πόλεμο και την Εθνική Παλιγγενεσία των Ελλήνων το 1821 (αρ. 18).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου