Ευάγγελος Κοροβίνης
Α. Κλασικός φιλελευθερισμός, νεοφιλελευθερισμός και φεουδαρχία νέου τύπου
Σε όλες τις εποχές, από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα, τα χρέη έτειναν να συσσωρεύονται ταχύτερα από την ικανότητα των δανειζόμενων να τα εξυπηρετούν. Καθώς η οικονομική ανάπτυξη ακολουθεί συνήθως ρυθμούς που υπολείπονται της εκθετικής αύξησης των χρεών, η υπερχρέωση προκύπτει ως «φυσικό» επακόλουθο.
Ήδη όμως από την εποχή του χαλκού και της αρχαίας Ασσυρίας, η ισορροπία αποκαθίστατο με την περιοδική διαγραφή των χρεών. Χρεών που δημιουργούντο κυρίως σε περιόδους ξηρασίας ή πλημμυρών και επιδημιών. Χωρίς τη διαγραφή των χρεών ή έστω ένα μορατόριουμ καταβολής τόκων, οι μικροκαλλιεργητές θα έχαναν την ιδιοκτησία της γης των. Όλη η διαθέσιμη για καλλιέργεια γη θα περιέρχονταν στα χέρια μιας ολιγάριθμης μερίδας πιστωτών. Οι αγρότες θα έπαυαν να καταβάλλουν φόρους στο κράτος και δεν θα ήταν πρόθυμοι ή διαθέσιμοι να στρατευθούν για να το υπερασπισθούν.
Από τα τέλη της δεκαετίας του 1970 και ιδίως από την δεκαετία του 1990, οπότε καταργήθηκαν και οι τελευταίοι περιορισμοί στη λειτουργία των τραπεζών (κατάργηση της σωτήριας νομοθετικής πράξης του 1933, Glass Steagall act, που στα πλαίσια του νιού ντηλ διαχώριζε σοφά την εμπορική απο την επενδυτική τραπεζική δραστηριότητα), πολύς λόγος γίνεται για την ευεργετική επίδραση της «απελευθέρωσης των αγορών» στην οικονομική ανάπτυξη. Πέραν των νεοφιλελεύθερων συγχρόνων τους και οι κλασσικοί οικονομολόγοι του δέκατου ένατου αιώνα (Άνταμ Σμιθ, Ρικάρντο και άλλοι) υποστήριζαν την ελευθερία των αγορών. Όταν όμως οι κλασσικοί υπεραμύνονταν της ελεύθερης οικονομίας, επεδίωκαν την απελευθέρωση της από τον ζυγό των γαιοκτημόνων. Μονοπωλώντας οι τελευταίοι την καλλιεργήσιμη γη καθόριζαν αυθαίρετα τις τιμές των αγροτικών προϊόντων. Αυξάνονταν έτσι το κόστος διαβίωσης των εργατών και αποσπώντο πόροι που θα μπορούσαν να διατεθούν για την εκβιομηχάνιση.
Δεν είναι τυχαίο λοιπόν που οι κλασσικοί οικονομολόγοι διαίρεσαν το εισόδημα σε παραγωγικό και μη παραγωγικό, σε κοινωνικά αναγκαίο (μισθοί και κέρδη) και μη αναγκαίο (γαιοπρόσοδος και τόκοι).
Οι νεοφιλελεύθεροι οικονομολόγοι δεν βλέπουν αυτό που θα έβλεπαν, ρίχνοντας μια ματιά στο σήμερα οι κλασσικοί φιλελεύθεροι, ότι δηλαδή οι πιστωτές στις μέρες μας παίζουν τον ρόλο που έπαιζαν οι γαιοκτήμονες στο παρελθόν. Ότι σήμερα, άλλοι λιγότερο και άλλοι περισσότερο, βρισκόμαστε στο έλεος των πιστωτών, στο έλεος μιας φεουδαρχίας νέου τύπου, σε ένα καθεστώς «χρεωδουλοπαροικίας».
Β. Οι πιστωτές και οι επιδιώξεις τους στη Δύση και στην Κίνα
Στις μέρες μας οι δυτικές τράπεζες δεν είναι επικεντρωμένες σε παροχή δανείων για παραγωγικές επενδύσεις, που θα οδηγούσαν σε αύξηση των θέσεων εργασίας και του πραγματικού πλούτου της οικονομίας.
Η αύξηση των θέσεων εργασίας, μεταξύ των άλλων, θα μεγάλωνε τη διαπραγματευτική δύναμη του εργατικού δυναμικού των δυτικών κοινωνιών, που είναι «ακριβό», «κακομαθημένο» και «απείθαρχο», συγκρινόμενο με αυτό των «αναδυόμενων» οικονομιών. Στην Αμερική οι μόνες επιχειρήσεις που δανειοδοτούνται αφειδώς από τις τράπεζες, είναι οι επιχειρήσεις υψηλής τεχνολογίας (Amazon, Apple, Google κ.λ.π). Που καθώς είναι μονοπώλια, έχουν εξασφαλισμένα υπερκέρδη.
Αν σήμερα στις δυτικές οικονομίες ο δανεισμός προς την πραγματική οικονομία έχει συρρικνωθεί, δεν συμβαίνει το ίδιο με την απλόχερη δανειοδότηση για την αγορά ακινήτων (μέσω ενυπόθηκων δανείων) και μετοχών. Η γρήγορη άνοδος των τιμών των περιουσιακών αυτών στοιχείων, χωρίς να συμβάλλει συνήθως στην δημιουργία νέου πλούτου, δημιουργεί την εντύπωση οικονομικής ευρωστίας και ευμάρειας.
Ειδικά για τα χρηματιστήρια τώρα, που ιστορικά είχαν ως στόχο τους να αποκτήσουν μέσω αυτών οι βιομηχανίες εναλλακτική προς τις τράπεζες πηγή χρηματοδότησης, η λειτουργία τους πλέον έχει σχεδόν πλήρως διαστρεβλωθεί καθώς έχουν αλωθεί από το χρηματοπιστωτικό σύστημα. Τα χρηματιστήρια χρησιμεύουν σήμερα για να «τρυγούν» οι τράπεζες περιοδικά τους πόρους των διαφόρων οικονομιών, πουλώντας μετοχές όταν «φουσκώνουν» οι αγορές και ακολούθως αγοράζοντας μετοχές σε χαμηλά επίπεδα τιμών, κατά τη διάρκεια της περιόδου που «ξεφουσκώνουν» τα χρηματιστήρια.
Το μεγάλο πλεονέκτημα της κινεζικής οικονομίας, έναντι των δυτικών οικονομιών είναι ότι ο χρηματοπιστωτικός τομέας ελέγχεται από το κράτος, ένα κράτος όμως προσανατολισμένο στην ανάπτυξη της πραγματικής οικονομίας. Με δεδομένο ότι πιστωτής είναι το κράτος, τα επιτόκια είναι λογικά, ενώ κατά περιόδους διαγράφονται και κάποια χρέη. Επιπλέον τα χρηματιστήρια αφήνονται απερίσπαστα να πραγματώσουν την κύρια λειτουργία τους, να αποτελέσουν δηλαδή εναλλακτική, φθηνή και αξιοκρατική πηγή χρηματοδότησης. Το ευρύ επενδυτικό κοινό μέσω των χρηματιστηρίων «ψηφίζει» υπέρ των υγιών, καινοτόμων και κερδοφόρων επιχειρήσεων, αγοράζοντας τις μετοχές τους.
Γ. Επίλογος
Συνολικά η χρηματιστικοποίηση των δυτικών οικονομιών, ο εξαιρετικά εκτεταμένος δηλαδή ρόλος των τραπεζών στην οικονομία, την κοινωνία και την πολιτική, οδήγησε σε πλειάδα εκφυλιστικών φαινομένων. Η αποβιομηχάνιση, η υπερκατανάλωση και η υπερχρέωση, οι περιοδικές οικονομικές κρίσεις που διαμεσολαβούνται από διαστήματα χαμηλού σχετικά ρυθμού ανάπτυξης, η διεύρυνση των κοινωνικών ανισοτήτων, η ηθική κατάπτωση και η πολιτική και κοινωνική πόλωση είναι ορισμένα από αυτά τα παρακμιακά φαινόμενα.
Ο κλασσικός φιλελευθερισμός, σε αντίθεση με τον νεοφιλελευθερισμό, μπορεί να συνδυασθεί υπό προϋποθέσεις με τον κρατικό έλεγχο των τραπεζών και τον κεντρικό σχεδιασμό της οικονομίας, όπως συμβαίνει στην Κίνα. Στο κάτω-κάτω της γραφής και η Αμερική είναι κατά κάποιο τρόπο μια κεντρικά σχεδιασμένη οικονομία, μόνο που ο σχεδιασμός βρίσκεται στα χέρια των τραπεζιτών της Γουώλ Στρητ.
Ο αναπτυξιακά προσανατολισμένος κρατισμός μπορεί λοιπόν να συνυπάρξει άνετα με τον γνήσιο φιλελευθερισμό. Εχθρός αυτής της γόνιμης συνύπαρξης είναι ο κλεπτοκρατικός κρατισμός που συνδυάζεται εύκολα με τον νόθο φιλελευθερισμό, τον νεοφιλελευθερισμό.
Πηγές
Finance is not the economy: Reviving the conceptual distinction. By Dirk Bezemer and Michael Hudson. Journal of economic issues. September 2016.
…and forgive them their debts .By Michael Hudson. ISLET – Verlag. R.R.P 2018.
Ο ζωγραφικός πίνακας που πλαισιώνει τη σελίδα (“Διεθνές Λούνα Παρκ”, 1945) είναι έργο της Χρύσας Ρωμανού.
ΠΗΓΗ: https://antifono.gr/
Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου